Ζωντανές (και νεκρές) παραδόσεις

εικόνα άρθρου
“Επίσης, από τα λίγα που καταλαβαίνω, τείνω να πιστέψω ότι η αντίληψη που θέλει τα κορίου μπούντο να είναι εντελώς απολιθώματα που δεν καλλιεργούν την μαχητική ικανότητα (τουλάχιστον σε ψυχό-νεύρο-μυϊκό επίπεδο) είναι εσφαλμένη. Τα μέσα εξελίσσονται αλλά τα βασικά που έχουν να κάνουν με την ανθρώπινη φύση, ήταν και θα είναι πάντα τα ίδια. Κάποιες αρχές δεν αλλάζουν γιατί έτσι είναι, ψυχοσωματικά, η ανθρώπινη φύση.” Αυτά λέει σε προσωπική επικοινωνία ένας πολύ καλός φίλος που εδώ και αρκετά χρόνια φλερτάρει τις κλασικές τέχνες αλλά έχει σκοντάψει στις πρακτικές δυσκολίες της ενασχόλησης μαζί τους στην Ελλάδα· όπως οι περισσότεροι άνθρωποι που έρχονται κοντά στον κόσμο των σχολών αυτών, και ο συγκεκριμένος αρχίζει σιγά-σιγά να βλέπει ορισμένες διαστάσεις της πραγματικότητάς τους.

Επειδή θέλω να είμαι ρεαλιστής, η απάντησή μου στο μήνυμά του ήταν “Είναι και δεν είναι εσφαλμένη”. Για την ακρίβεια, πιστεύω ακράδαντα ότι είναι λάθος να θεωρεί κανείς εξ ορισμού παρωχημένο ένα σύστημα μόνο και μόνο λόγω της ηλικίας του: η γλώσσα έχει προοδεύσει ασύλληπτα τους τελευταίους αιώνες όμως κανείς δεν σκέφτεται σοβαρά να αλλάξει το βασικό σύστημα εκμάθησής της (απομνημόνευση του αλφαβήτου και των βασικών κανόνων γυμναστικής και συντακτικού, επανάληψη των κλίσεων ουσιαστικών και ρημάτων, γραφή και ανάγνωση κ.λπ.) επειδή “είναι παλιό”. Ταυτόχρονα, και για να είμαστε δίκαιοι, πιστεύω ότι είναι εξίσου λάθος να θεωρεί κανείς εξ ορισμού έγκυρο ένα σύστημα μόνο και μόνο λόγω της ηλικίας του: ποιος θα ήθελε να κάνει έστω και μια απλή εγχείριση σκωληκοειδίτιδας με τα μέσα, τα εργαλεία και τις μεθόδους του 19ου αιώνα;

Ο λόγος που δεν μπορεί να είναι κανείς πολύ σαφής με τις σχολές αυτές, είναι ότι κάθε μια αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση. Ορισμένες παραμένουν ζωντανές και σφύζουν από ενέργεια όμως ορισμένες άλλες έχουν πρακτικά πεθάνει αφήνοντας πίσω τους μόνο ένα κέλυφος όπως αυτό που αφήνουν τα τζιτζίκια στα τέλη του Αυγούστου. Ειδικά οι σχολές ζίου-ζίτσου (και εδώ είμαι σίγουρος ότι έχει παίξει τον ρόλο του το τζούντο και η καθολική του επικράτηση) είναι στην πλειονότητά τους τόσο στιλιζαρισμένες, άκαμπτες, άνευρες και αφύσικες που διερωτάται κανείς αν οι ασκούμενοι σ' αυτές θα μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα ακόμα και σε έναν καυγά αυλής γυμνασίου. Και ναι, βεβαίως υπάρχουν εξαιρέσεις, όμως όπως συχνά συμβαίνει, αυτές υπάρχουν για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Προσωπικά υπήρξα τυχερός: η εμπλοκή μου με τις κλασικές μαχητικές παραδόσεις της Ιαπωνίας έγινε μέσω ενός πολύ ιδιαίτερου ανθρώπου ο οποίος συνδύαζε (και εξακολουθεί να συνδυάζει) μερικά από τα καλύτερα στοιχεία της δυτικής παράδοσης με μερικά από τα καλύτερα στοιχεία της ιαπωνικής –επιπλέον, μην όντας Ιάπωνας ήταν πολύ πιο προσιτός στην επικοινωνία και ήταν διατεθειμένος να ξεκινήσει ομάδες μελέτης των τεχνών που γνωρίζει στην Ελλάδα. Σήμερα, σχεδόν 9 χρόνια μετά, η δοκιμή αυτή έχει αποδειχθεί επιτυχημένη και το ντότζο της μιας από τις δύο τέχνες αυτές στην Αθήνα, είναι το μεγαλύτερο της σχολής στον κόσμο. (Μιλάω μόνο για τη σχολή στην οποία εξακολουθώ κι εγώ να ασκούμαι καθώς για διάφορους λόγους παρέμεινα μακριά από την άλλη –έχω την εντύπωση πάντως ότι και εκείνη πηγαίνει εξίσου καλά.)

Ερχόμενος στην Ιαπωνία είδα ότι ο πρώτος μου εκείνος δάσκαλος δεν ήταν μοναδική περίπτωση, ήταν όμως σίγουρα σπάνια. Ναι μεν οι ομόλογοί του στη σχολή εδώ προσπαθούσαν με ίδιο πάθος να διατηρήσουν τη σχολή ζωντανή με αποτέλεσμα κάθε προπόνηση να είναι μια αληθινή περιπέτεια, όμως πολύ λίγες είναι οι σχολές που εξασκούνται με παρόμοιο τρόπο και παραμένουν εξίσου ζωντανές. Παρότι σε κάποιες οι ασκούμενοι και οι εκπαιδευτές μιλούν για τις σχολές τους με ανάλογο πάθος (και, όχι σπάνια, με κάποια έπαρση) η εξάσκησή τους δείχνει ότι στην πραγματικότητα έχουν χάσει κάθε ικμάδα πραγματικής ζωτικότητας: αν και προτιμώ να μην κάνω προβλέψεις, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι το πολύ σε τρεις γενιές, οι σχολές αυτές θα έχουν μετατραπεί σε πολεμικούς χορούς που, η όποια αξία τους θα περιορίζεται στο καλλιτεχνικό/αισθητικό επίπεδο.

Οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό είναι πολλοί και ποικίλοι: οι νέες πολεμικές τέχνες και τα μαχητικά αθλήματα σίγουρα έπαιξαν τον ρόλο τους καθώς η πλειονότητα του κόσμου είδε σ' αυτά μια πολύ πιο ελκυστική ενασχόληση (ελκυστική και από την άποψη της ταχύτερης προόδου και από την άποψη της καλύτερης οργάνωσης και της ευκολότερης πρόσβασης και από την άποψη των πιο συγκεκριμένων στόχων) όπως έπαιξαν τον ρόλο τους και οι αλλαγές στην κοινωνία. Οι κλασικές σχολές υπήρξαν κομμάτι ενός κόσμου που έχει παρέλθει και όσες δεν εξελίχθηκαν, τεχνικά και θεωρητικά/ιδεολογικά, είτε εξαφανίστηκαν εντελώς είτε στην ουσία μετατράπηκαν σε μουσειακά κομμάτια: ναι μεν, εξακολουθούν να διδάσκονται όμως στην πραγματικότητα είναι εντελώς ασύμβατες με την πραγματικότητα του 21ου αιώνα.

Αν λοιπόν αποφασίσει κανείς να εμπλακεί σήμερα με τον κόσμο που αποκαλείται “κορίου μπούντο” θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος για μια χρονοβόρα και μάλλον ψυχοφθόρα αναζήτηση: ακόμα και στην Ιαπωνία (και πολύ περισσότερο εκτός Ιαπωνίας) οι σχολές που προσφέρουν κάτι ουσιαστικό και άξιο μελέτης είναι πολύ λίγες –για να είμαστε ακριβείς θα πρέπει να μιλήσουμε όχι για “σχολές” αλλά για συγκεκριμένα ντότζο και συγκεκριμένους εκπαιδευτές (όπως συμβαίνει και με τις νέες πολεμικές τέχνες και τα μαχητικά αθλήματα, μπορεί κανείς να δει μεγάλες διαφορές ακόμα και στο πλαίσιο της ίδιας παράδοσης: το θέμα είναι ότι στις κλασικές σχολές συχνά απουσιάζει κάποιος ευρύτερος ελεγκτικός μηχανισμός με αποτέλεσμα οι διαφορές αυτές να είναι ακόμα μεγαλύτερες). Ναι μεν ο φίλος μου έχει δίκιο ως προς το ότι η ανθρώπινη φύση παραμένει ίδια και, άρα, ένα καλά οργανωμένο σύστημα μελέτης της συμπεριφοράς και της ψυχολογίας της συμπλοκής μπορεί να παραμείνει σύγχρονο ανεξάρτητα από το πότε επινοήθηκε, όμως το σύστημα είναι οι άνθρωποι που το γνωρίζουν και το διδάσκουν.

Τα παραπάνω ακούγονται κάπως αποθαρρυντικά –και πράγματι είναι. Όπως συνήθως συμβαίνει με τους πολιτισμούς που βρίσκονται μακριά, η εικόνα που έχουμε γι αυτούς και για τα συστατικά που τους αποτελούν είναι συχνά περισσότερο προϊόν παρανοήσεων και στερεοτύπων και λιγότερο γνώσης και εμπειρίας. Και τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα όταν παραβλέπουμε ότι ακόμα και οι έγκυρες μαρτυρίες είναι συγκεκριμένες και δύσκολα μπορούν να γενικευθούν: διαβάζοντας κανείς π.χ. τα κείμενα του Ντον Ντρέγκερ, συναρπάζεται από τη σοβαρότητά τους (και από το γεγονός ότι ο ίδιος ο Ντρέγκερ υπήρξε μια προσωπικότητα “bigger than life”) σε σημείο που να παραβλέπει αφενός ότι έχουν ελλείψεις και αφετέρου ότι ακόμα και στα σημεία που είναι ακριβή, περιγράφουν μόνο τις σχολές τις οποίες εκείνος είχε μελετήσει· η ποικιλομορφία των κλασικών σχολών, κάνει τις γενικεύσεις (ακόμα και αυτού του Ντρέγκερ) πολύ επισφαλείς.

Εν κατακλείδι, δεν υποστηρίζω σε καμία περίπτωση ότι πρέπει κανείς να εγκαταλείψει εντελώς την ιδέα της εμπλοκής με τις σχολές αυτές –αν το έκανα θα ήμουν ανειλικρινής καθώς τόσο η προσωπική μου εμπειρία όσο και η εμπειρία άλλων ανθρώπων που γνωρίζω, εντός και εκτός Ιαπωνίας, έχει αποδειχθεί εξαιρετικά επωφελής. Θεωρώ όμως ότι κάθε τέτοια εμπλοκή θα πρέπει να έρθει μετά από μελέτη και αναζήτηση τόσο εξωτερική (δηλαδή των σχολών και της πραγματικότητάς τους στις μέρες μας) όσο και εσωτερική (δηλαδή των λόγων για τους οποίους αποφασίζει κανείς να στραφεί προς τη μελέτη τους). Αλλά σε τελική ανάλυση, γιατί το παραπάνω να περιορίζεται μόνο στις κλασικές σχολές πολεμικών τεχνών; Ίσως να είμαι μειονότητα όμως πιστεύω ότι πριν εμπλακεί κανείς με οποιοδήποτε αντικείμενο, είναι καλό να ψάξει λίγο παραπάνω και το ίδιο το αντικείμενο και τον εαυτό του –αν μη τι άλλο για να κερδίσει χρόνο...

Κείμενο-φωτογραφία: Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης
×
Πανελλήνιος οδηγός πολεμικών τεχνών

Κουπόνι Δωρεάν Μαθημάτων

Κερδίσατε 2 δωρεάν μαθήματα γνωριμίας στις συνεργαζόμενες σχολές του Πανελλήνιου Οδηγού Πολεμικών Τεχνών!

Κατεβάστε το κουπόνι