Καράτε – Καταγωγή και ιδιαιτερότητες (Μέρος Ι)

εικόνα άρθρου

Ο χώρος των πολεμικών τεχνών της Άπω Ανατολής είναι σύνθετος και πολυδιάστατος: άοπλα συστήματα, ένοπλα συστήματα, συστήματα πάλης και πυγμαχίας, συστήματα που προέρχονται από το πεδίο των μαχών ή άλλα που σχεδιάστηκαν με αποκλειστικό στόχο την αυτοάμυνα ενός πολίτη απέναντι σε έναν άλλο πολίτη, συστήματα από την Κίνα, την Ιαπωνία, την Κορέα ή τις Φιλιππίνες –ακόμα και μια απλή αναφορά τους θα απαιτούσε χώρο πολύ περισσότερο από όσον έχουμε στη διάθεσή μας. Ανάμεσα από όλα αυτά, ωστόσο, υπάρχει ένα το οποίο παρόλο που δεν έχει συμπεριληφθεί στις μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις (όπως π.χ. στους Ολυμπιακούς Αγώνες), είναι οικείο ακόμα και σ’ αυτούς που δεν έχουν την παραμικρή ιδέα περί πολεμικών τεχνών. Πρόκειται για το καράτε, το σύστημα που ξεκίνησε από ένα σύμπλεγμα νησιών μεταξύ Κίνας και Ιαπωνίας και έφτασε να μπει σε όλα τα λεξικά όλων των γλωσσών του κόσμου.

Και είναι περίεργο: τα νησιά που σήμερα οι περισσότεροι γνωρίζουμε ως «Οκινάουα» (ή «Οκινάβα» -ο ιαπωνικός χαρακτήρας «わ» δεν αποδίδεται ακριβώς στα ελληνικά) πολύ μικρή συμβολή έχουν στον ευρύτερο ιαπωνικό πολιτισμό· το μόνο στοιχείο του πολιτισμού της Οκινάουα που σχεδόν όλοι οι ιάπωνες αναγνωρίζουν ως τέτοιο, είναι το σαμισέν, ένα τρίχορδο όργανο που μοιάζει κάπως με το αμερικανικό μπάντζο. Κατά τα λοιπά, τα νησιά και οι κάτοικοί τους αντιμετωπίζονται από τους ιάπωνες της «κανονικής Ιαπωνίας» (η Οκινάουα έγινε τμήμα της Ιαπωνίας λιγότερα από 150 χρόνια πριν, το 1872 –ως τότε, είχε σχέση φορολογικής υποτέλειας με την Κίνα) ως μια επαρχία που είναι μεν τμήμα της χώρας αλλά που δεν είναι «ακριβώς σαν κι εμάς».

Δεν έχουν άδικο σ’ αυτή τους την εκτίμηση οι περισσότεροι ιάπωνες: η θέση της Οκινάουα στον χάρτη, με τα πιο νότια νησιά να είναι πολύ κοντύτερα στην Κίνα από ό,τι στην Ιαπωνία μας δίνει το πρώτο στοιχείο για το ότι ο πολιτισμός της περιοχής δεν μπορεί παρά να είναι ένα κράμα επιρροών και από τις δύο χώρες. Ύστερα είναι η γλώσσα η οποία διαφέρει τόσο από τα ιαπωνικά ώστε να είναι ακατάληπτη στους ιάπωνες (αν και σήμερα έχει αντικατασταθεί σχεδόν ολοκληρωτικά από τα ιαπωνικά), η θρησκεία (διαφορετική τόσο από το ιαπωνικό Σίντο όσο και από τον Βουδισμό και με έντονες μητριαρχικές αποχρώσεις), ορισμένα αρχιτεκτονικά στοιχεία (τα υλικά και ο σχεδιασμός που ακολουθείται παραδοσιακά στην Ιαπωνία δε θα άντεχαν με τίποτα τους συνεχείς τυφώνες που χτυπούν τα νησιά κάθε χρόνο) και, τελικά, η γενικότερη προσωπικότητα του λαού η οποία απέχει αρκετά από την σχεδόν ψυχαναγκαστική εμμονή με τον χρόνο, τη συνέπεια και τη λεπτομέρεια που χαρακτηρίζουν τους ιάπωνες.

Ακόμα και αν τα παραπάνω δεν είναι αρκετά, ωστόσο, το πιο διάσημο εξαγώγιμο πολιτισμικό προϊόν της Οκινάουα, το καράτε δείχνει ξεκάθαρα ότι ο συγκεκριμένος λαός απέχει πολύ από τους ιάπωνες και τον πολιτισμό τους. Παρόλο που σήμερα θεωρείται εξίσου ιαπωνικό με το τζούντο, το αϊκίντο ή το κέντο, μια ματιά στη μορφολογία του και μια έστω και επιπόλαια σύγκριση με τις αντίστοιχες ιαπωνικές τέχνες, αρκεί για να μας δείξει ότι πρόκειται για κάτι πολύ διαφορετικό και κοντινότερο στις παραδόσεις της Κίνας παρά σ’ αυτές της Ιαπωνίας.

Οι άοπλες πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας, προέρχονται από τις ένοπλες πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας· αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει καμία τέχνη που να δίνει τόσο μεγάλη έμφαση στα χτυπήματα και τα λακτίσματα όσο το καράτε. Οι γηγενείς ιαπωνικές πολεμικές τέχνες είναι όλες παραλλαγές αυτού που βλέπει κανείς στο τζούντο, δηλαδή συστήματα πάλης με έμφαση στην ανατροπή, την ακινητοποίηση, τις εξαρθρώσεις μελών και τους πνιγμούς. Και δε θα μπορούσαν να είναι διαφορετικές, καθώς λειτουργούσαν ως συμπληρωματικό όπλο, ανθρώπων που φορούσαν πανοπλίες και που ήταν ούτως ή άλλως ένοπλοι με τόξα, δόρατα, ξίφη και μαχαίρια –κάτι ανάλογο ισχύει με τα άοπλα μαχητικά συστήματα που διδάσκονται σήμερα οι ενεργοί στρατοί της εποχής μας.

Το καράτε από την άλλη, είναι εμφανώς ένα σύστημα που έχει δημιουργηθεί από (και απευθύνεται σε) άοπλους πολίτες: η κινησιολογία του είναι πολύ πιο ελεύθερη (άρα δεν μπορεί να εκτελεστεί από ανθρώπους που φορούν πανοπλίες), δίνει έμφαση σε χτυπήματα σε διάφορα μέρη του σώματος (που κανονικά θα προστατεύονταν από τις πανοπλίες) και περιλαμβάνει λακτίσματα (ιδιαίτερα σπάνιο φαινόμενο για τις ιαπωνικές πολεμικές τέχνες). Τίποτα από τα παραπάνω δεν ταιριάζει με τον τρόπο ζωής των ιαπώνων από την εποχή του τέλους των εμφυλίων πολέμων (1600) ως την εποχή του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου (δηλαδή την περίοδο που πιστεύουμε ότι αναπτύχθηκε το καράτε στην Οκινάουα και που ξέρουμε ότι μεταφέρθηκε στην Ιαπωνία).

Οι κάτοικοι της Οκινάουα ήταν κατά το πλείστο αγρότες –υπήρχε μια τάξη πολεμιστών, οι Πετσίν κάπως αντίστοιχη με αυτή των σαμουράι στην Ιαπωνία, όμως όπως και οι σαμουράι, οι πολεμιστές της Οκινάουα εκπαιδεύονταν κατά βάση σε ένοπλες τέχνες και όχι σε άοπλες. Ο τρόπος ζωής τους, τα ρούχα που φορούσαν και τα σκεύη που χρησιμοποιούσαν στην καθημερινή τους ζωή, αντικρίζονται ξεκάθαρα στην εξάσκηση του καράτε ακόμα και σήμερα: τα όπλα του κομπούντο της Οκινάουα (που σε πολλά συστήματα καράτε, συμπληρώνουν την άοπλη εξάσκηση) είναι μετεξελίξεις αγροτικών εργαλείων (τόνφα, σάι, νουντσάκου, κάμα), ενώ τα όργανα εξάσκησης (ο στόχος μακιουάρα, τα βάρη τσι ίσι, τα δοχεία νιγκίρι γκάμε κ.α.) επίσης παραπέμπουν άμεσα σε καθημερινά αντικείμενα της ζωής ενός αγρότη ή ενός ψαρά.

Αν όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι το καράτε προέρχεται από πολίτες, υπάρχει ένα ακόμα στοιχείο του το οποίο δείχνει ότι προέρχεται από μη-ιάπωνες πολίτες, μ’ άλλα λόγια, δείχνει την κινεζική καταγωγή του. Και αυτό είναι τα κάτα, δηλαδή οι αλληλουχίες κινήσεων που οι ασκούμενοι εκτελούν κατά μόνας (κάποιοι τα αποκαλούν, εσφαλμένα, «σκιαμαχία») και που αποτελούν τη βάση της εξάσκησης του παραδοσιακού καράτε της Οκινάουα. Πολύ συνοπτικά: δεν υπάρχει καμία ιαπωνική πολεμική τέχνη που να έχει τέτοιου είδους ασκήσεις –για την ακρίβεια, υπάρχει το ιάιντο, η τέχνη της γρήγορης ξιφούλκησης, όμως αυτή είναι μια τέχνη συμπληρωματική προς την πραγματική τέχνη του ξίφους, το κεντζούτσου (ξιφασκία/ξιφομαχία). Αντίθετα, οι κινεζικές πολεμικές τέχνες, βρίθουν από παρόμοιες ασκήσεις –από τα πιο ενεργητικά νότια συστήματα κουνγκ φου ως το πιο «θεραπευτικό» τάι τσι τσουάν, η βάση των κινεζικών πολεμικών τεχνών είναι ακριβώς τέτοιου είδους ασκήσεις.

Το 1922, ένας δάσκαλος από το Σούρι της Οκινάουα, ο Γκιτσίν Φουνακόσι (1868-1957) αποφάσισε να πάει στην Ιαπωνία και να παρουσιάσει την τέχνη άοπλης μάχης που είχε διδαχθεί όταν ήταν νέος στη χώρα του. Η χρονολογία αυτή είναι ίσως η σημαντικότερη για το καράτε, καθώς ήταν η πρώτη φορά που η ιαπωνική κοινότητα των πολεμικών τεχνών είδε αυτή την ξεχωριστή τέχνη –μια τέχνη που δεν είχε σχεδόν καμία σχέση με αυτό που ήξερε ως τότε αλλά που δεν άφηνε καμία αμφιβολία για την αξία και την αποτελεσματικότητά της. Αν και οι ιστορικές συνθήκες ήταν τέτοιες που ένα δυναμικό σύστημα άοπλης μάχης με έμφαση στα χτυπήματα και τα λακτίσματα (και ειδικά στα αποφασιστικά χτυπήματα και λακτίσματα –το κλασικό καράτε διδάσκει ότι μια συμπλοκή πρέπει να κρίνεται σε ένα και μοναδικό χτύπημα και αυτός ήταν ο λόγος που οι καρατέκα αφιέρωναν ένα μεγάλο μέρος της προπόνησής τους στο να δυναμώσουν απίστευτα τα χέρια και τα πόδια τους) ήταν πολύ εύκολο να κερδίσει έδαφος, η ταχύτατη διάδοσή της σε μια χώρα τόσο γεμάτη από γηγενείς μαχητικές παραδόσεις όπως η Ιαπωνία, αποτελεί τεκμήριο της αξίας της. Και η αξία αυτή, δε χρειάστηκε παρά λιγότερο από μισό αιώνα για να φτάσει ακόμα και στην τελευταία άκρη του κόσμου –πόσο εντυπωσιακό θα ήταν άραγε για τους παλιούς δασκάλους-αγρότες της Οκινάουα αν μπορούσαν να μάθουν ότι σε όλον τον κόσμο, η συνηθέστερη ανταπόκριση/ερώτηση στη δήλωση «κάνω πολεμικές τέχνες», είναι «Δηλαδή καράτε;»

Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης

×
Πανελλήνιος οδηγός πολεμικών τεχνών

Κουπόνι Δωρεάν Μαθημάτων

Κερδίσατε 2 δωρεάν μαθήματα γνωριμίας στις συνεργαζόμενες σχολές του Πανελλήνιου Οδηγού Πολεμικών Τεχνών!

Κατεβάστε το κουπόνι