Προ εβδομάδων, είχα γράψει ότι παρόλο που δεν είναι τόσο μυστικοπαθείς και εσωστρεφείς όσο ήταν κάποτε και παρόλο που συμμετέχουν σε επιδείξεις ή γυρίζουν βίντεο ή έχουν σάιτ στο Ίντερνετ, οι κλασικές σχολές πολεμικών τεχνών εξακολουθούν να κρατάνε κάποια μυστικά για τον εαυτό τους και για όσους γίνονται πραγματικά μέλη τους. Δεν είναι περίεργο: σε πολλές, ένας από τους όρους που αποδέχεται κάποιος για να γίνει πραγματικό μέλος, υπογράφοντας (ενίοτε και με αίμα) τα κείμενα που λέγονται “κισομόν” (起請文) ή “κεπάν” (血判) είναι και η σιωπή για θέματα της σχολής μπροστά σε τρίτους.
Πώς συμβιβάζεται η εσωστρέφεια και η μυστικότητα με τις δημόσιες επιδείξεις; Κάθε σχολή έχει τον τρόπο της. Κάποιες, για παράδειγμα, συμμετέχουν μόνο σε συγκεκριμένες επιδείξεις μικρής εμβέλειας και όχι στις μεγάλες που γίνονται στο Νίπον Μπούντοκαν ή σε άλλους πολύ ανοιχτούς χώρους, χωρίς πρόσκληση ή με απλό εισιτήριο. Κάποιες άλλες, συμμετέχουν σε όλες τις επιδείξεις, όμως επιδεικνύουν μόνο συγκεκριμένα κάτα, άλλοτε τα πολύ βασικά, αυτά που μαθαίνει κανείς μόλις γίνει μέλος και άλλοτε τα πολύ προχωρημένα, αυτά που για να μπορέσει κανείς να τα καταλάβει, πρέπει να έχει μελετήσει όλη την ύλη της σχολής, θεωρητική και πρακτική για πολλά χρόνια.
Ένας άλλος τρόπος είναι να δείχνουν τα κάτα τους με διαφορετική σειρά από αυτή με την οποία διδάσκονται στα μέλη τους με αποτέλεσμα ο θεατής να μην μπορεί να καταλάβει τη λογική που συνδέει το προηγούμενο με το επόμενο, ενώ ένας ακόμα είναι να δείχνουν στις επιδείξεις μόνο ειδικά κάτα που είναι σχεδιασμένα αποκλειστικά για αυτή τη δουλειά. Όπως ίσως εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς, τα κάτα αυτά μπορεί να είναι είτε πολύ εντυπωσιακά, είτε πολύ απλοϊκά, όμως σχεδόν ποτέ δεν είναι τα πιο αντιπροσωπευτικά της σχολής, αυτά που δείχνουν τη στρατηγική της και την αντίληψή της για τη συμπλοκή.
Υπάρχει ακόμα η τακτική των αλλαγμένων αποστάσεων (μια σχολή που κανονικά χρησιμοποιεί μεσαίες αποστάσεις, στις επιδείξεις κάνει τις ίδιες τεχνικές από μακρινές), η τακτική των διαφορετικών στόχων (μια σχολή που οι επιθέσεις της γίνονται σε συγκεκριμένα σημεία, στις επιδείξεις δείχνει τις ίδιες επιθέσεις σε άλλα) και η τακτική των μη ολοκληρωμένων τεχνικών –για παράδειγμα, μια σχολή τζουτζούτσου δείχνει στην επίδειξη μια τεχνικής ρίψης αλλά δεν δείχνει τη χαριστική βολή που την ακολουθεί και που μπορεί να είναι ένα χτύπημα με την άρθρωση του δαχτύλου στον κρόταφο, μια εξάρθρωση ή ένα κόψιμο με μαχαίρι που στην επίδειξη παραμένει στη θήκη του.
Και βεβαίως υπάρχουν οι ανατροπές τεχνικών (που οι περισσότερες σχολές δεν δείχνουν ή όταν τις δείχνουν, δεν μοιάζουν με ανατροπές) ή υπάρχουν μικρό-κινήσεις που υπαινίσσονται μεγαλύτερες ή πιο περίπλοκες κινήσεις που διδάσκονται μόνο στο ντότζο (ένα μικρό βήμα στο πλάι μπορεί να είναι ένα πολύ μεγαλύτερο ή το πρώτο από πέντε) ή υπάρχουν σιωπηλά κιάι στις επιδείξεις που είναι ηχηρά στο ντότζο. Εν ολίγοις, οτιδήποτε παρουσιάζεται σε μια επίδειξη μπορεί να είναι από λίγο έως πολύ διαφορετικό από αυτό που ισχύει στην πραγματικότητα του ντότζο και ο μόνος τρόπος να το μάθει κανείς είναι να επισκεφθεί το ίδιο το ντότζο.
Και μερικές φορές μπορεί να υπάρχουν άλλοι λόγοι: στην Ιαπωνία η παλαιότητα είναι θεσμός, οπότε οι άνθρωποι που βγαίνουν σε μια επίδειξη ενίοτε βγαίνουν επειδή είναι οι αρχαιότεροι, όχι επειδή είναι οι ικανότεροι –αυτό σημαίνει επίσης ότι μπορεί να είναι και πιο ηλικιωμένοι και, άρα, αυτό που δείχνουν υπολείπεται σε ζωντάνια ή ότι μπορεί να εκτελούν τις τεχνικές με παρωχημένο τρόπο και όχι με αυτόν που ακολουθεί η σχολή σήμερα. Οπότε ο θεατής μπορεί να βρεθεί να βλέπει την ίδια τεχνική να εκτελείται ταυτόχρονα από δύο ζευγάρια ασκούμενων με πολύ διαφορετικό τρόπο και να μην ξέρει ποιος είναι ο σωστός.
Και σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε τις προκαταλήψεις του θεατή, που ακόμα και αν ασκείται στις πολεμικές τέχνες και ακόμα και αν ασκείται στις κλασικές πολεμικές τέχνες δεν μπορεί να ασκείται σε όλες οπότε σίγουρα δεν μπορεί να ξέρει τα εσωτερικά χαρακτηριστικά όλων. Και πρέπει να προσθέσουμε, ιδιαίτερα αν μια σχολή την έχουμε δει μόνο μια φορά, και τις ειδικές συνθήκες της συγκεκριμένης επίδειξης –έναν ασκούμενο που ήταν σε κακή φόρμα, μια πολύ ζεστή ή πολύ κρύα ημέρα ή τους περιορισμούς του χώρου στον οποίο γίνεται η επίδειξη: οι τεράστιες λόγχες της Χοζοΐν-ρίου δεν ενδείκνυνται για μικρούς χώρους!
Πού θέλω να καταλήξω; Στο ότι, όπως στα πάντα, αυτό που βλέπουμε δεν είναι αυτό που είναι. Οι σχολές κλασικών τεχνών εκτίθενται επειδή αυτός είναι ένας τρόπος να προσελκύσουν καινούρια μέλη ή λόγω υποχρεώσεων, ιστορικών ή πολιτικών όμως αυτό που εκθέτουν είναι ένας συνδυασμός αυτού που θέλουν να εκθέσουν και αυτού που μπορούν να εκθέσουν· από τη μεριά του, ο θεατής βλέπει επίσης αυτό που θέλει να δει και αυτό που μπορεί να δει με αποτέλεσμα συχνά να δημιουργούνται παρεξηγήσεις. Άρα, αν κανείς θέλει πραγματικά να δει μια σχολή θα πρέπει να το κάνει στο φυσικό της περιβάλλον: στο ντότζο.
Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης