Εντύπωση έκανε σε έναν αναγνώστη μια πρόταση από ένα προηγούμενο κείμενό μου: το κείμενο ήταν σχετικά με τις κλασικές σχολές και έγραφα ότι στις σχολές αυτές “δεν αποφοιτούν όλοι καθώς μπορεί κανείς να είναι καλός για το Χ επίπεδο αλλά όχι για το παραπάνω. ” (βλ.
Κάθε τέλος και δύσκολο, μέρος Ι). Ο αναγνώστης δεν κατάλαβε πώς είναι δυνατόν να ισχύει κάτι τέτοιο αφού σχεδόν σε όλες τις συζητήσεις περί πολεμικών τεχνών και σε σχεδόν σε όλες τις συνεντεύξεις δασκάλων υπάρχει η διαβεβαίωση ότι αν κανείς ασκηθεί για αρκετό καιρό και με αρκετή επιμέλεια, θα φτάσει στα ανώτατα επίπεδα.
Η παραπάνω φράση μοιάζει κάπως με εκείνο το χαριτωμένο “αν σε ρίξουν στα βαθιά θα αναγκαστείς να κολυμπήσεις” –στην πραγματικότητα, αν σε ρίξουν στα βαθιά και σε αφήσουν εκεί, το πιθανότερο είναι να πνιγείς και αυτό το ξέρουμε από τις περιπτώσεις των ανθρώπων που κατάφεραν να μην πνιγούν και που έγιναν πρώτο θέμα στα ΜΜΕ. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι όταν ξεκινάει κανείς ένα εγχείρημα (και δη ένα εγχείρημα τόσο ιδιότροπο όπως οι πολεμικές τέχνες) θα καταφέρει να το συνεχίσει ως το επίπεδο του ολοκληρωμένου εκπαιδευτή και αυτό, παρεμπιπτόντως δεν είναι κάτι που ισχύει μόνο στις κλασικές σχολές.
Οι άνθρωποι που κατέχουν τις ανώτατες βαθμίδες νταν στις νέες πολεμικές τέχνες είναι μετρημένοι σε δεκάδες ή πολύ λίγες εκατοντάδες (στην καλύτερη περίπτωση και αν οι τέχνες είναι εξαιρετικά δημοφιλείς). Και ακόμα και αν παρακάμψει κανείς την περίπτωση των σκανδαλωδώς δύσκολων εξετάσεων για το 8ο νταν της Παν-Ιαπωνικής Ομοσπονδίας Κέντο (που χάρη στο σχετικό ντοκιμαντέρ του “
National Geographic” πλέον γνωρίζουν άπαντες) καθώς οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι έχουν πολύ μικρότερη σχέση με την πραγματική ικανότητα των εξεταζόμενων και πολύ μεγαλύτερη με την τήρηση των ισορροπιών στη διοίκηση της ομοσπονδίας (κάτι ανάλογο, παρεμπιπτόντως, συμβαίνει με τις εξετάσεις του δικηγορικού συλλόγου της Ιαπωνίας), ο κανόνας είναι σχεδόν καθολικός: η κορυφή παραμένει πολύ αραιοκατοικημένη.
Όμως πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς; Σε ποια ανθρώπινη δραστηριότητα όλοι οι συμμετέχοντες καταφέρνουν να ανέβουν στο ψηλότερο σκαλί; Όποιο και αν είναι το μέτρο της επιτυχίας ή της αναγνώρισης και για όποιου τύπου επιτυχία ή αναγνώριση και αν μιλάμε, η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που ασχολούνται με το εκάστοτε αντικείμενο όχι μόνο δε θα μοιραστεί τα συναισθήματα αυτά (και τις όποιες απολαβές που τα συνοδεύουν) αλλά κατά πάσα πιθανότητα θα εγκαταλείψει πολύ, πολύ νωρίτερα. Και αυτό δεν το γράφω για να αποθαρρύνω κανέναν (άλλωστε μιλάω από τη θέση του ανθρώπου που δεν έχει φτάσει σε ψηλό επίπεδο σε καμία πολεμική τέχνη) αλλά για να υπενθυμίσω στον αναγνώστη μου την πραγματικότητα.
Έχω βρεθεί πολύ κοντά στη διοίκηση τεσσάρων ντότζο, τριών στην Ελλάδα και ενός στην Ιαπωνία –πέραν αυτών, εξακολουθώ να έχω πολύ καλές σχέσεις με ανθρώπους που έχουν ή που συνδιαχειρίζονται αρκετά ακόμα και στις δύο χώρες. Πλην μιας εξαίρεσης (παραδόξως, στην Ελλάδα και όχι στην Ιαπωνία) ο αριθμός των ανθρώπων που εγκαταλείπουν εντός του πρώτου τριμήνου είναι τόσο θεαματικά μεγάλος σε σχέση με τον αριθμό αυτών που παραμένουν που θα μπορούσε κανείς να αναφέρεται στους δεύτερους σχεδόν σαν “στατιστικό λάθος”. Και αν κάνουμε τη συζήτηση πιο συγκεκριμένη και θέσουμε το ερώτημα “πόσοι από αυτούς που παραμένουν φτάνουν πραγματικά ψηλά”, τότε το “σχεδόν” φεύγει: πρόκειται όντως για ποσοστό τόσο μικρό που είναι, πρακτικά, αμελητέο.
Πριν από μερικά χρόνια είχα πάρει μια συνέντευξη από τον Κριστιάν Τισιέ στο πλαίσιο της συμμετοχής του στο 11ο International Aikido Congress της International Aikido Federation στο Τόκιο. Όταν στο τέλος της συνέντευξης τον ρώτησα (κατά παραγγελία του περιοδικού με το οποίο συνεργάζομαι) τι πιστεύει ότι τον κάνει τόσο δημοφιλή, αυτός απάντησε “Ίσως επειδή κάνω τους ανθρώπους να ονειρεύονται: πριν από 50 χρόνια ξεκίνησα να ασχολούμαι με κάτι, δε σταμάτησα ποτέ να δουλεύω πάνω σ’ αυτό και αυτή μου η δουλειά μου επέτρεψε να δημιουργήσω κάτι και να έχω κάποια αναγνώριση γι αυτό που δημιούργησα. Συνεπώς ο κόσμος γνωρίζει ότι τελικά κάτι τέτοιο είναι δυνατόν!” Ναι, δε λέει ψέματα: είναι πράγματι δυνατόν. Αν ωστόσο λάβει κανείς υπόψη πόσοι μη-Ιάπωνες έφτασαν στο 8ο νταν του Τισιέ μεταξύ των εκατοντάδων χιλιάδων (εκατομμυρίων, μάλλον) που έχουν γραφτεί στα ντότζο του Αϊκικάι στα 50 αυτά χρόνια, καταλήγει στο ότι είναι μεν δυνατόν –αλλά είναι απίθανο!
Και δεν έχει να κάνει με το αν είναι κανείς Ιάπωνας ή μη (αν και σίγουρα είναι κάπως πιο δύσκολο για τους μη Ιάπωνες). Έχει να κάνει με τις απαιτήσεις: στο κείμενο το οποίο πυροδότησε την αντίδραση του αναγνώστη μου, παρομοίαζα τις κλασικές σχολές με το πανεπιστήμιο και εξακολουθώ να θεωρώ ότι η αναλογία ισχύει. Κάθε έτος του πανεπιστημίου (όπως και κάθε επίπεδο των κλασικών σχολών και, αν είναι καλά οργανωμένες, κάθε νταν των σύγχρονων) έχει διαφορετικές απαιτήσεις, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Όλοι οι άνθρωποι δεν μπορούν να καλύψουν όλες τις απαιτήσεις σε όλες τις φάσεις της ζωής τους ή, ακόμα και αν μπορούν, δεν είναι διατεθειμένοι (ή δεν έχουν τη δυνατότητα) να καταβάλλουν την προσπάθεια που απαιτείται ώστε να τις καλύψουν. Αυτό σημαίνει ότι θα σταματήσουν σε κάποιο σημείο και ή θα μείνουν στο σημείο αυτό για πάντα ή, ενδεχομένως, θα σταματήσουν.
Ένας συνασκούμενός μου είναι 7ο νταν στο κέντο και κάποια μέρα που συζητούσαμε, τον ρώτησα αν έχει δοκιμάσει την τύχη του στις διαβόητες εξετάσεις του 8ου στα 20 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από τότε που πήρε το 7ο νταν. Η απάντησή του ήταν αρνητική και την αιτιολόγησε λέγοντας “Για να δώσει κανείς εξετάσεις για 8ο νταν –δεν εννοώ ‘για να περάσει’, εννοώ απλώς για να δώσει, χρειάζεται μια προετοιμασία, τεχνική και ψυχολογική την οποία ποτέ δεν αποφάσισα να κάνω”. Για την ιστορία, ο άνθρωπος αυτός, κάνει 10-12 προπονήσεις την εβδομάδα σε 4 διαφορετικά ντότζο σε όλο το Τόκιο από τις οποίες μόνο οι δύο ή οι τρεις είναι μαθήματα –αυτό σημαίνει ότι είναι ένας άνθρωπος πραγματικά ταγμένος στη μελέτη του ξίφους τόσο στη σύγχρονη/αθλητική όσο και στην κλασική/μαχητική διάστασή του.
Συνεπώς ναι, ξεκινώντας κανείς μια πολεμική τέχνη δεν υπάρχει καμία εξασφάλιση ότι θα φτάσει στα ανώτατα επίπεδά της· για την ακρίβεια, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δε θα φτάσει. Σημαίνει όμως αυτό ότι η ενασχόληση δεν έχει αξία για τον ίδιο, για το ντότζο του ή για την κοινωνία της οποίας είναι μέρος; Προσωπικά είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι έχει αξία και μάλιστα δυνητικά πολύ μεγάλη καθώς η επίτευξη των μικρών στόχων είναι εξίσου σημαντική με την επίτευξη των μεγάλων. Όπως λέει και στο τέλος της
συνέντευξής του σ’ αυτό εδώ το σάιτ ο Ντέιβ Λόουρι, συγγραφέας (μεταξύ άλλων) του δικού μας “Στο Ντότζο”: H ωφέλεια από μια ζωή εξάσκησης είναι μια ζωή εξάσκησης και, τουλάχιστον για τη δική μου αντίληψη πραγμάτων, κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητη είναι.
Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης