Σχεδόν όλοι όσοι μελετούν τις κλασικές πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας (και υποπτεύομαι και της Κίνας) έχουν κατηγορηθεί από τους ασκούμενους σε νεώτερες τέχνες για ελιτισμό και σνομπισμό –από τη μοίρα αυτή δεν εξαιρείται ούτε ο γράφων, συνεπώς δεν πρόκειται για κάτι που το φαντάζομαι. Άλλοτε ευθέως και άλλοτε πλαγίως, συνήθως σε φόρουμ του Ίντερνετ αλλά όχι σπάνια και δια ζώσης, πολλοί ασκούμενοι στο καράτε, το τζούντο, το αϊκίντο ή το κέντο μας (ας μου συγχωρεθεί το πρώτο πληθυντικό: όπως είπα, το θέμα με αφορά άμεσα) κατηγορούν ότι ασκούμε υψηλή κριτική στους πάντες και στα πάντα και ότι αντιμετωπίζουμε τις τέχνες που προήλθαν έμμεσα ή άμεσα από τις δικές μας σαν κάτι υποδεέστερο και αν όχι ακριβώς ανάξιο λόγου, σίγουρα σαν κάτι που υπολείπεται σε σχέση με αυτές.
Κατ’ αρχάς να ξεκινήσω από τα βασικά: προσωπικά δεν αξιολογώ τις πολεμικές τέχνες με βάση την ηλικία τους. Το πρωτεύον κριτήριο για μένα είναι αν προσφέρουν αυτό που υπόσχονται και το δευτερεύον, αν αυτό που προσφέρουν είναι κάτι που χρειάζομαι τη στιγμή που κάνω την αξιολόγηση. Θεωρώ, για παράδειγμα, ότι το κλασικό τζούντο είναι ίσως το πιο ολοκληρωμένο σύστημα πάλης που υπάρχει όμως η εμπλοκή μου μ’ αυτό σε μεγάλη ηλικία και το γεγονός ότι έγινε πολύ αποσπασματικά, με κρατάει αναγκαστικά σε απόσταση όντας πλέον 48 ετών –αν και τα τελευταία χρόνια ζω σε απόσταση 7 λεπτών με το τρένο από το Κόντοκαν, η προσπάθεια που θα απαιτούταν προκειμένου να επανέλθω σε μια κατάσταση που θα μου επέτρεπε να μπορώ να βγάλω πέρα μια κανονική προπόνηση μιας ώρας, ακόμα και σε ερασιτεχνικό επίπεδο, είναι πέρα από τις δυνατότητές μου.
Επιστρέφοντας στις ίδιες τις κορίου, ακριβώς λόγω ενασχόλησης από πρώτο χέρι (και δη στην Ιαπωνία και δη και επαγγελματικά καθώς συνεργάζομαι επί τέσσερα χρόνια με το μόνο σχετικό περιοδικό της εγχώριας αγοράς) τα τελευταία 8 χρόνια μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι σίγουρα δεν διακατέχομαι από καμία ψευδαίσθηση σχετικά με την αξία τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ορισμένες από αυτές (μεταξύ των οποίων και η Τόντα-χα Μπούκο-ρίου την οποία μελετάω) είναι ολοκληρωμένα συστήματα εκπαίδευσης με στόχο την αναδιοργάνωση του μυϊκού και του νευρικού συστήματος των ασκούμενων σε κάτι που μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά όχι μόνο στο πλαίσιο μιας συμπλοκής αλλά και γενικότερα. Όμως δεν υπάρχει και καμία αμφιβολία ότι πολλές από αυτές (και μάλλον περισσότερες από τις πρώτες) είναι αδιάφορες και απολύτως απομακρυσμένες από αυτό που ήταν κάποτε και που υποτίθεται πως είναι.
Εν γνώσει ότι ορισμένοι πρόκειται να τα χρησιμοποιήσουν ώστε να τεκμηριώσουν την αντιπάθειά τους για τις κορίου –ή πιο σωστά, για αυτούς που ασκούνται σ’ αυτές- ακολουθούν μερικά… άπλυτα που έχω συλλέξει τα τελευταία χρόνια, τόσο από προσωπική παρατήρηση όσο και από ανθρώπους τους οποίους εμπιστεύομαι απόλυτα και οι οποίοι τα ξέρουν από πρώτο χέρι. Δεν είναι τα μόνα και σίγουρα δε χαρακτηρίζουν το σύνολο των κορίου –χώρια που περίπου τα 2/3 των σχολών αυτών παραμένουν σχετικά στην αφάνεια καθώς δεν ανήκουν στις δύο μεγάλες οργανώσεις, το Νιχόν Κομπούντο Κιοκάι και το Νιχόν Κομπούντο Σίνκοκαϊ. Όμως αρκούν, πιστεύω, για να δείξουν ότι ο κόσμος των κλασικών μπούντο δεν είναι ούτε όμορφος, ούτε ηθικός, ούτε αγγελικά πλασμένος.
* Το ντότζο μιας συγκεκριμένης ρίου χωράει συνολικά 4 άτομα και η συγκεκριμένη ρίου έχει κάθε στιγμή ασκούμενα περί τα 40. Αυτό σημαίνει ότι στην καλύτερη περίπτωση, κάθε ασκούμενος καταφέρνει να ασκηθεί συνολικά περί τα 5 λεπτά –οι προπονήσεις στη ρίου γίνονται τρεις φορές την εβδομάδα.
* Τη συζήτησή μου με τον επικεφαλής μιας ρίου, διέκοψε ένας από τους δευτερεύοντες εκπαιδευτές λέγοντας «Σενσέι, μας έχουν τελειώσει τα κεπάν» (οι όρκοι αίματος –η συγκεκριμένη ρίου τους χρησιμοποιεί). Ο σενσέι απάντησε φυσικότατα «Ο υπολογιστής είναι ανοιχτός, τύπωσε μερικά». Στην ερώτησή μου αν μπορώ να φωτογραφίσω το κεπάν, η απάντηση ήταν «Μπορείς να πάρεις ένα αν θέλεις –έχουμε πολλά». (Ναι, πήρα.)
* Ο εκπαιδευτής μιας ρίου υπέφερε από άνοια λόγω προχωρημένης ηλικίας. Ένας από τους σχετικά πρόσφατους μαθητές του ο οποίος μπήκε στη ρίου λίγο πριν ο ηλικιωμένος εκπαιδευτής παρουσιάσει τα πρώτα συμπτώματα της ασθένειας, φρόντισε προσεταιριζόμενος τον εκπαιδευτή σε προσωπικό επίπεδο να πάρει τα διαπιστευτήρια εκπαιδευτή σε χρονικό διάστημα σκανδαλωδώς μικρότερο από το σύνηθες. Όταν ο πρώτος πέθανε, ο δεύτερος αυτό-χαρακτηρίστηκε «αρχι-εκπαιδευτής» και απέκλεισε τους συνασκούμενούς του (ορισμένοι από τους οποίους ήταν αρχαιότεροί του) από τον τίτλο –σήμερα φέρεται ως ο μόνος «κληρονόμος της σχολής». (Γνωρίζω τουλάχιστον τέσσερις παραλλαγές αυτού του περιστατικού –σε ισάριθμες ρίου.)
* Στην περίπτωση δύο ρίου οι καλύτεροι (με διαφορά) αρχαιότεροι ασκούμενοι εξοβελίστηκαν από τον τίτλο του αρχι-εκπαιδευτή από ανθρώπους πολύ μικρότερης ικανότητας σε σημείο που χρειάστηκε ο μεν ένας να ανοίξει δική του σχολή σε ένα απίθανο μέρος με ελάχιστους μαθητές, ο δε άλλος, να αλλάξει όνομα στην ρίου και να τη διδάσκει σαν κάτι δικής του επινόησης. Στη δεύτερη περίπτωση μάλιστα, ο τελικός αρχι-εκπαιδευτής έβαλε κάποιους να κατεβάσουν το ναφούντα του «αποστάτη» συνασκούμενού του από τον τοίχο και να το κάψουν.
* Έχουν φτάσει στα δικαστήρια τέσσερις περιπτώσεις όπου κάποιος ασκούμενος σε μια ρίου κατοχύρωσε στην υπηρεσία εμπορικών σημάτων το όνομα της ρίου στο όνομά του –και βεβαίως παρακάμπτοντας τον αντίστοιχο σόκε. Στις τρεις από τις τέσσερις περιπτώσεις, οι άνθρωποι που το έκαναν αυτό είχαν στο ενεργητικό τους λιγότερα από πέντε χρόνια εξάσκησης (στη μια μάλιστα ο συγκεκριμένος άνθρωπος είχε ασκηθεί γύρω στους έξι μήνες).
* Μεταξύ των 73 σχολών που συμμετέχουν στις δύο μεγάλες οργανώσεις, υπάρχουν τουλάχιστον 4 εκπαιδευτές/εκπρόσωποι των σχολών στις οργανώσεις που έχουν γίνει χαμόν (έχουν αποβληθεί επίσημα) από τους δικούς τους εκπαιδευτές ή τους σόκε τους –ένας από αυτούς τους εκπαιδευτές έχει αποβληθεί από δύο ρίου.
* Μιλώντας με τον αρχι-εκπαιδευτή μεγάλης σχολής ξιφομαχίας, εξέφρασα το ενδιαφέρον μου να τη μελετήσω. Ο εκπαιδευτής χάρηκε πολύ (υποθέτω σκεπτόμενος ότι έτσι θα αξιοποιήσει τη συνεργασία μου με το περιοδικό) και μου είπε «Βεβαίως να ξεκινήσεις. Και ξέρεις, εμείς εδώ δεν είμαστε σαν τους άλλους: θα σου μάθουμε τα όκουντεν –τις πιο προχωρημένες τεχνικές της σχολής- σε ένα χρόνο»
* Σε τουλάχιστον μισή ντουζίνα ρίου, η… ομάδα επιδείξεων αποτελείται από τον πολύ (πάρα πολύ) ηλικιωμένο εκπαιδευτή και έναν πολύ (πάρα πολύ) ηλικιωμένο ασκούμενο –σχεδόν όλες οι ρίου αυτές έχουν και νεώτερους (πλην έμπειρους) ασκούμενους που απλώς περιμένουν καρτερικά να εγκαταλείψουν τα εγκόσμια οι προηγούμενοι ώστε να έρθει η σειρά τους. Παρά δε τις γνωστές ιστορίες για τους ηλικιωμένους δασκάλους που θυμίζουν τον Γιόντα από τα «Star Wars» οι συγκεκριμένοι αυτοί εκπρόσωποι οριακά θυμούνται τα κάτα των σχολών τους. Όταν καταφέρνουν να τα θυμηθούν, τα εκτελούν όπως θα περίμενε κανείς από ανθρώπους άνω των 80 ετών –που δεν είναι ο Γιόντα.
* Σε μια από τις ρίου που χρησιμοποιούν κουσάρι-γκάμα, ο (ηλικιωμένος) ασκούμενος που συνήθως επιδεικνύει χρησιμοποιώντας το, χάνει το στόχο στο 25% των περιπτώσεων. Στο υπόλοιπο 75%, ο παρτενέρ του τον περιμένει υπομονετικά να ξεμπερδέψει την αλυσίδα από το κουσάρι-γκάμα και να συνεχίσει το κάτα.
* Ορισμένες ρίου χρησιμοποιούν ταυτόχρονα κοντό και μακρύ ξίφος. Τα μέλη που συμμετέχουν στις επιδείξεις τουλάχιστον δύο από αυτές, χάνουν σχεδόν σε μόνιμη βάση τη θήκη του κοντού ξίφους την ώρα του «νότο» δηλαδή της επαναφοράς. Στις περισσότερες περιπτώσεις, διακόπτουν εντελώς το ρυθμό του κάτα που εκτελούν ώστε να κοιτάξουν και να δουν πού είναι η θήκη ώστε να καταφέρουν να επιστρέψουν το ξίφος τους.
* Οι εκπρόσωποι μιας από τις ρίου που χρησιμοποιούν σούρικεν χάνουν το στόχο τους περίπου στο 90% των περιπτώσεων –ο στόχος έχει μέγεθος ένα τατάμι (δύο τετραγωνικά μέτρα) και η βολή γίνεται από απόσταση περίπου πέντε μέτρων.
Άνευ περαιτέρω σχολίων…
Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης