Η συμβουλευτική ψυχολογία στα μαχητικά αθλήματα-μέρος δεύτερο

εικόνα άρθρου
Η επαρκής ανατροφοδότηση από τους μεγάλους, είναι πολύ σημαντική για τα παιδιά. Κάποιοι ειδικοί τη θεωρούν «Λυδία λίθο» για την πρόοδο του αθλητή. Αποτελείται από τρια κομμάτια: α) την αντικειμενική ανατροφοδότηση, όπου με στοιχεία και στατιστικά της απόδοσης αναλύεται η πρόοδος του αθλητή, β) τη συναισθηματική κινητοποίηση/ανατροφοδότηση, όπου η παρέμβαση γίνεται λεκτικά ή με στάσεις του σώματος και ενθαρρύνει, επιβεβαιώνει τον αθλητή και γ) η ανατροφοδότηση αξιολόγησης στόχων, όπου με ανάλυση των αποτελεσμάτων γίνεται μια εποικοδομητική κριτική.

Θα ήθελα να σταθώ λίγο περισσότερο στο δεύτερο κομμάτι, αυτό της συναισθηματικής κινητοποίησης του αθλητή και της θετικής ανατροφοδότησής του. Η ενθάρρυνση (μηχανισμός ενίσχυσης) του προπονητή και του γονέα ή και των συναθλητών και συνομήλικων, μπορούν να βοηθήσουν τον αθλητή ενισχύοντάς τον σε αυτό που κάνει, εντοπίζοντας και εξηγώντας με συγκεκριμένο τρόπο την επιβράβευσή του και όχι σκορπώντας μονάχα φιλοφρονήσεις και αόριστα μπράβο. Για παράδειγμα, είναι περισσότερο εποικοδομητικό να πει κανείς ότι ο τρόπος που εκτελείται μια δεξιότητα είναι άρτιος, από το να δώσει μια γενική φιλοφρόνηση. Η εξωτερική παρακίνηση και ανατροφοδότηση πρέπει να είναι συγκεκριμένη και εστιασμένη, να σχετίζεται με τις δυνατότητες του αθλητή, να είναι αντικειμενική - και όπως υποστηρίζεται η κατάργηση των τιμωριών και αντικατάστασή τους από τις φυσικές συνέπειες μιας πράξης - οι εξωτερικές απολαβές/ανταλλάγματα μπορούν να είναι οι φυσικές απολαβές μιας επιτυχίας, για παράδειγμα, το βραβείο μετά από μια νίκη. Επίσης, δεν είναι κακό να πει ένας γονιός ή ένας προπονητής σε έναν παιδί, ότι έχει το δικαίωμα να χάσει και δεν πειράζει• και είναι προτιμότερο από το να του πει, πως δεν ήταν καλός, γι’ αυτό ηττήθηκε. Η ζωή δεν είναι μόνο μάχες για νίκες, δεν είναι κακό να φοβάται κανείς να αγωνιστεί, είναι ανθρώπινο αυτό το συναίσθημα και πολλές φορές σωτήριο. Επιπλέον, είναι συνετό να μάθει να επιλέγει κάποιος τις μάχες που θα δώσει.

Καθοριστικός είναι και ο τρόπος επικοινωνίας των αθλητών, αλλά και του προπονητή με αυτούς. Υπάρχουν πολλά μοντέλα «ηγεσίας» σύμφωνα με τα οποία ένας προπονητής μπορεί να διαχειριστεί την ομάδα του. Οι κοινωνιολόγοι Lippitt και White ασχολήθηκαν εκτενώς με το ύφος ηγεσίας που είναι αποτελεσματικότερο για έναν ηγέτη: α)στο αυταρχικό ύφος είναι επικεντρωμένος αποκλειστικά στο έργο, ο ηγέτης είναι απόμακρος και δίνει εντολές, β)στο δημοκρατικό ύφος, ο ηγέτης δεν ξεχωρίζει τον εαυτό του από τα μέλη της ομάδας, ζητά τη γνώμη τους και συζητά μεταξύ τους, γ)στο laissez-faire παρεμβαίνει ελάχιστα και αφήνει την ομάδα να λειτουργήσει αυτοβούλως. Τα αποτελέσματα των ερευνών τους, έδειξαν πως στο δημοκρατικό ύφος ο ηγέτης ήταν ο πιο δημοφιλής και παράλληλα η απόδοση της ομάδας του, ήταν πολύ καλύτερη σε σχέση με τα άλλα δυο είδη ηγεσίας. Στο αυταρχικό ύφος, η ομάδα είχε απόδοση μονάχα όταν ο ηγέτης ήταν παρών και στο laisez-faire μόνο όταν απουσίαζε ο ηγέτης. Στον αθλητισμό προτείνονται προς χρήση δυο είδη ηγεσίας για τον προπονητή, το αυταρχικό και το δημοκρατικό. Λέγεται, πως αναλόγως με την περίσταση ένας προπονητής μπορεί να ακολουθήσει το ένα από τα δυο ή και τα δυο σε συνδυασμό.

Επίσης, οι ειδικοί υποστηρίζουν πως αν τον ενδιαφέρει η επιτυχία και μόνο η επιτυχία, η νίκη δηλαδή, θα πρέπει να είναι περισσότερο αυταρχικός. Έρευνες που έχουν γίνει, αποκαλύπτουν πως οι προπονητές στην πλειοψηφία τους ασκούν το απολυταρχικό μοντέλο ηγεσίας. Παράλληλα, η ερμηνεία από την ανάλυση των ερευνών, έδειξε πως πολλοί προπονητές επιλέγουν το επάγγελμα γιατί έχουν την τάση να εξουσιάζουν τους άλλους και ικανοποιείται έτσι η ανάγκη τους αυτή. Δυστυχώς, κάποιοι αθλητές που μεγαλώνουν σε ένα απολυταρχικό και αυστηρό οικογενειακό περιβάλλον, αισθάνονται οικεία και δεν δυσανασχετούν. Σύμφωνα με το πολυδιάστατο μοντέλο ηγεσίας στον αθλητισμό, που άρχισε να αναπτύσσεται τελευταία, ο προπονητής πρέπει να μπορεί να μεταβάλει την προσέγγισή του ανάλογα με τις συνθήκες και την κατάσταση των αθλητών του, σε μια συνεχή αλληλεπίδραση μεταξύ των μελών της ομάδας, των συνθηκών και του ίδιου. Σε κάθε περίπτωση, ο προπονητής οφείλει να μεταχειρίζεται έναν αθλητή με ευγένεια και ο αθλητής πρέπει να αναζητά και να διεκδικεί την ευγένεια και το σεβασμό από τον προπονητή του. Υπογραμμίστε, πως ιδανικός προπονητής δεν υπάρχει, ωστόσο τα προσόντα του έχουν καταγραφεί: ευφυής, ρεαλιστής, πρακτικός, επινοητικός, αποφασιστικός, αυτάρκης και κυρίως υποστηρικτικός με τους αθλητές του σε περιόδους κρίσης. Ο αποτελεσματικός ηγέτης, κατά τους ερευνητές Murray & Mann έχει τα ακόλουθα δέκα χαρακτηριστικά: εμπιστοσύνη, αμεροληψία, γενναιοδωρία, σεβασμό, έγνοια, ευγνωμοσύνη, αξιοπρέπεια, ακεραιότητα, ανυπόκριτο ενδιαφέρον και ανταπόκριση.

Ολοκληρώνοντας, θα ήθελα να κάνω κάποιες αναφορές στο ρόλο των γονιών. Σε ολόκληρη την βιβλιογραφία της αθλητικής ψυχολογίας, ο ρόλος τους αναφέρεται σύντομα, παρόλα ταύτα είναι ίσως ο πιο καθοριστικός στην πορεία των παιδιών τους στον αθλητισμό. Οι φιλοδοξίες ενός νεαρού αθλητή, καθορίζονται αποφασιστικά από τον τρόπο της συμπεριφοράς των γονέων του και έπειτα των φίλων και του προπονητή του. Σχεδόν πάντα, ακούει κανείς ένα παιδί να λέει πως θέλει να τα καταφέρει για να κάνει υπερήφανους τους γονείς του. Αργότερα, θα υιοθετήσει κυρίως τις στάσεις που έχουν οι γονείς του, σε σχέση με τον αθλητισμό. Το ιδανικό θα είναι να δώσει χώρο ο γονιός στο παιδί, για να αποφασίσει το ίδιο αν αξίζει τον κόπο να αγωνισθεί και να επιλέξει να παίρνει μέρος σε αγωνιστικές δραστηριότητες γιατί κάτι τέτοιο του δίνει χαρά. Αυτό μπορεί να το πετύχει δημιουργώντας ένα ψυχολογικά ασφαλές περιβάλλον για το παιδί, χωρίς να είναι επικριτικός ή συμβουλευτικός, αλλά απλά υποστηρικτικός.

Τέλος, ο γονιός πρέπει να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος ως προς το αθλητικό περιβάλλον που επιλέγει να βρίσκεται το παιδί του. Δεν πρέπει να επιτρέπει σε κανέναν προπονητή να κακοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο το παιδί του ή να το τιμωρεί. Αν το παιδί του είναι πειθήνιο σε τέτοιες συμπεριφορές, θα πρέπει να προβληματιστεί για το αν το οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο ο ίδιος το μεγαλώνει, είναι ανάλογο. Οι γονείς θα πρέπει να κατονομάζουν προπονητές και συλλόγους που φέρονται αυστηρά και τιμωρητικά στους αθλητές. Επίσης, θα πρέπει να δίνουν χώρο και χρόνο στο παιδί τους- με σιωπηλή και ενεργητική ακρόαση -ενθαρρύνοντάς το να τους εκφράζει τους προβληματισμούς του. Με την αντανάκλαση συναισθήματος και την παράφραση, μπορούν να το υποβοηθούν να εκφράσει τα συναισθήματά του. Με μεγάλη τους έκπληξη θα διαπιστώσουν, ότι ο νεαρός αθλητής, είναι απόλυτα ικανός να δώσει λύση στα προβλήματά του και η παρεμβατική τάση του γονιού πολλές φορές είναι περιττή.

Σοφία Ξυγαλά

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γ. Δογάνης: ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ. Εκδόσεις Χριστοδουλίδης.
G.J. Graig & D. Baucum: Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ. Εκδόσεις Παπαζήση.
M. Hewstone & W. Stroebe: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ. Εκδόσεις Παπαζήση.
R. Martens: ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ. Εκδόσεις Σάλτο.
Διαβάστε το πρώτο μέρος του άρθρου «Η συμβουλευτική ψυχολογία στα μαχητικά αθλήματα-μέρος πρώτο»
×
Πανελλήνιος οδηγός πολεμικών τεχνών

Κουπόνι Δωρεάν Μαθημάτων

Κερδίσατε 2 δωρεάν μαθήματα γνωριμίας στις συνεργαζόμενες σχολές του Πανελλήνιου Οδηγού Πολεμικών Τεχνών!

Κατεβάστε το κουπόνι