Παρόλα τα στερεότυπα τα οποία δημιούργησε, η ταινία του 1984 «The Karate Kid» υπήρξε αρκετά ακριβής σε ορισμένα σημεία –πάντα λαμβάνοντας υπόψη την καλλιτεχνική άδεια που επιτρέπει την υπερβολή. Ένα από τα σημεία αυτά ήταν η ατμόσφαιρα που επικρατούσε στη σχολή των «κακών», την «Cobra Kai» και δεν εννοώ την ύπουλη στρατηγική του εκπαιδευτή όσο το γενικότερο κλίμα στρατιωτικού τύπου πειθαρχίας στις σκηνές που διαδραματίζονταν εκεί. Δεν ξέρω αν ήταν η ταινία που επηρέασε το φαινόμενο ή αντίστροφα αλλά σε αρκετές σχολές πολεμικών τεχνών που έχω δει, οι εκπαιδευτές τείνουν να αναπαράγουν το κλίμα αυτό (πάντα, τηρουμένων των καλλιτεχνικών αναλογιών) θεωρώντας (α) ότι επειδή οι τέχνες που διδάσκουν ονομάζονται «πολεμικές» υπάρχει μια άμεση σχέση με το στρατό, (β) ότι «έτσι γίνεται στην Ιαπωνία» ή (γ) ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος να υπάρξει πειθαρχία.
Λυπάμαι που θα στενοχωρήσω όσους συγκαταλέγονται στις παραπάνω κατηγορίες αλλά και οι τρεις παραπάνω υποθέσεις είναι εσφαλμένες: η χρήση της λέξης «πολεμικές» (ή στα αγγλικά και στα γαλλικά «martial» ή στα ιαπωνικά «武») είναι ένας συνδυασμός κληρονομιάς από το παρελθόν και γενίκευσης και στο 90% των περιπτώσεων η σωστότερη διατύπωση θα ήταν «συστήματα συμπλοκής για πολίτες», στην Ιαπωνία δε γίνεται «έτσι» (ή τουλάχιστον δε γίνεται στο 90% των σχολών που έχω δει) και η πειθαρχία είναι κάτι που ελάχιστη σχέση έχει με τις μέχρι αγκύλωσης προσοχές, τις δυνατές φωνές και την αναγωγή των «παλιών» σε θεούς. Στην πλειονότητά τους, οι πιο πειθαρχημένοι άνθρωποι που έχω γνωρίσει είτε δεν πέρασαν καθόλου από τέτοια συστήματα, στρατιωτικά ή μη, είτε αν πέρασαν ήταν πολύ επιφυλακτικοί στο θέμα της μεταφοράς τους εκτός στρατοπέδου.
Τι έχει οδηγήσει στις παρεξηγήσεις αυτές; Το θέμα της πρώτης (δηλαδή ποιες τέχνες είναι πραγματικά «πολεμικές») είναι πολύ μεγάλο και επιφυλάσσομαι να το πιάσω κάποια άλλη φορά όμως η δεύτερη και η τρίτη συνδυάζονται οπότε θα προτιμήσω να επικεντρωθώ σ’ αυτές. Υποθέτω ότι στη βάση τους υπάρχει μια ακόμα παρεξήγηση σχετικά με την πειθαρχία που επιδεικνύουν γενικά στη ζωή τους οι Ιάπωνες: λέω συχνά ότι η ζωή στην Ιαπωνία μοιάζει όντως με τη ζωή στο στρατό καθώς το σύνολο των κανόνων βάσει των οποίων τα μέλη της ιαπωνικής κοινωνίας (ουσιαστικά) υποχρεούνται να ζουν τη ζωή τους, θυμίζει περισσότερο ένα τέτοιο ελεγχόμενο σύστημα παρά μια ελεύθερη κοινωνία –ο αναγνώστης δεν πρέπει να παραβλέπει βεβαίως ότι η εντύπωση αυτή σχετίζεται άμεσα με το περιβάλλον από το οποίο προέρχεται αυτός που την έχει (κάποιος που έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στην Ελλάδα θα θεωρήσει την Ιαπωνία πολύ πιο αυστηρή από ό,τι π.χ. ένας Γερμανός).
Η διαφορά είναι ότι αυτή η πειθαρχία των Ιαπώνων, ελάχιστη σχέση έχει με τις πολεμικές τέχνες: είναι ένα ευρύτερο φαινόμενο το οποίο προκύπτει από τον τρόπο που λειτουργούν οι οικογένειες, το εκπαιδευτικό σύστημα, το πανεπιστήμιο κ.λπ. Και παρότι σε κάποια από τα υπό-περιβάλλοντα αυτά η πειθαρχία είναι όντως στρατιωτικού τύπου (το σύστημα σεμπάι/κοχάι ας πούμε, είναι κάτι που ουσιαστικά εξαντλείται στο σχολείο και το πανεπιστήμιο), όλοι ξέρουν ότι δεν πρόκειται παρά για ένα εργαλείο το οποίο χρησιμοποιείται ειδικά όταν έχει κανείς να κάνει με μικρά παιδιά –ακόμα και στο κέντο ή το καράτε που θεωρούνται «σκληρά» από άποψη πειθαρχίας, σπάνια βλέπει κανείς τέτοιου είδους συμπεριφορές πέρα από τα σχολικά ή τα πανεπιστημιακά ντότζο. Γιατί; Επειδή δεν υπάρχει λόγος: οι ενήλικες είναι πειθαρχημένοι ούτως ή άλλως και αυτοί που δεν είναι, αργά ή γρήγορα, εγκαταλείπουν το συγκεκριμένο περιβάλλον.
Ένας ενήλικας, πολύ περισσότερο ίσως αν είναι Ιάπωνας αλλά σε μεγάλο βαθμό και σε άλλες χώρες –και μιλάω πάντα από τη δική μου εμπειρία και τις δικές μου παρατηρήσεις- παίρνει τη συνειδητή απόφαση να γίνει μέλος σε μια σχολή πολεμικών τεχνών και δεσμεύεται να τηρεί τους κανόνες της για όσο καιρό είναι μέλος –μέρος αυτής της δέσμευσης είναι να πληρώνει τη συνδρομή του, να παρίσταται στις προπονήσεις και να συμπεριφέρεται εντός της προπόνησης με τον τρόπο που υποδεικνύει ο εκπαιδευτής του. Στο μέτρο που πρόκειται όντως για συνειδητή απόφαση, θα ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις αυτές είτε ο εκπαιδευτής του νομίζει ότι είναι λοχίας των αμερικανικών Ειδικών Δυνάμεων και συμπεριφέρεται ανάλογα, είτε όχι∙ για την ακρίβεια, είναι πολύ πιθανότερο να ανταποκριθεί αν ο εκπαιδευτής του δε συμπεριφέρεται έτσι καθώς μια τέτοια συμπεριφορά θα του φανεί ανόητη και παράλογη και θα εγκαταλείψει.
Έχοντας υπηρετήσει στον Ελληνικό Στρατό, έχοντας κάνει αρκετά στενή παρέα με ανθρώπους που υπηρέτησαν σε πραγματικά μάχιμους στρατούς και επειδή διαθέτω ένα σχετικά ικανοποιητικό επίπεδο κοινής λογικής, μπορώ να αντιληφθώ πολύ καλά την αναγκαιότητα ύπαρξης αυτού του είδους πειθαρχίας σε εκείνο το περιβάλλον: ένας στρατός δεν μπορεί να λειτουργήσει αν τα μέλη του αμφισβητούν κάθε διαταγή που παίρνουν (γιατί ένας στρατιώτης καλείται να υπερβεί το ισχυρότερο ίσως ένστικτο της ανθρώπινης φύσης, αυτό της επιβίωσης και γιατί όπως έχει αποδείξει η ιστορία είναι πολύ επικίνδυνο άνθρωποι με όπλα να κάνουν ό,τι τους κατέβει) και όλοι οι άνθρωποι δεν μπορούν να δουν τη «μεγάλη εικόνα» (αυτή είναι η δουλειά των στρατηγών –οι οποίοι, ας μην ξεχνάμε είναι και πολιτικά πρόσωπα). Όμως δεν έχω καταφέρει να δω ούτε ένα σοβαρό επιχείρημα υπέρ της άποψης ότι το ίδιο κλίμα πρέπει να υπάρχει και σε μια σχολή πολεμικών τεχνών.
Κάποιοι ίσως θεωρήσουν ότι τα παραπάνω ισχύουν και για τις πολεμικές τέχνες: ασκούμαστε σε πράγματα δυνητικά επικίνδυνα, ορισμένες γνώσεις έρχονται μόνο σε βάθος χρόνου και άρα δεν μπορούν να εξηγηθούν από την αρχή κ.λπ. Όμως μη γελιόμαστε: η αντιστοιχία είναι περισσότερο ονομαστική παρά ουσιαστική. Υπάρχει αλήθεια κανείς που πιστεύει ότι η εκπαίδευση σε μια πολεμική τέχνη ή ακόμα και σε ένα μαχητικό άθλημα, όσο σκληρό και αν είναι αυτό, είναι το ίδιο με την εκπαίδευση ενός στρατιώτη που σε μερικές εβδομάδες θα πάει όντως στον πόλεμο; Και ακόμα περισσότερο, υπάρχει αλήθεια κανείς που πιστεύει ότι η πραγματικότητα ενός πεδίου μάχης είναι ίδια με αυτή ενός ραντόρι ή ακόμα και ενός αγώνα «no holds barred» σε ένα κλουβί; Οι ανάγκες για πειθαρχία μεταξύ των δύο καταστάσεων είναι διαφορετικές συνεπώς δεν υπάρχει κανένας λόγος οι συνθήκες της μιας να μεταφέρονται στην άλλη και αν συμβαίνει, αξίζει κανείς να αναρωτηθεί «γιατί»…
Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης