Έγραφα στο προηγούμενο κείμενο για το καράτε ότι οι Ιάπωνες το αντίκρισαν για πρώτη φορά το 1922, όταν ένας δάσκαλος σχολείου από την Οκινάουα, ο Φουνακόσι Γκιτσίν(1868-1957) αποφάσισε να κάνει το παράτολμο διάβημα να το μεταφέρει στο Τόκιο από την πατρίδα του (και του ίδιου, και του καράτε) την Οκινάουα. Η ιστορία του Φουνακόσι, όπως καταγράφεται και από τον ίδιο στα βιβλία του, όσο και από τους επιγόνους του είναι μια από εκείνες τις κινηματογραφικές ιστορίες που κάνουν τις πολεμικές τέχνες ελκυστικές ειδικά στους πιο αδύναμους: γόνος καλής, σχεδόν αριστοκρατικής (για τα δεδομένα της κοινωνίας της Οκινάουα) οικογένειας και αρκετά αδύναμος στα παιδικά του χρόνια, έγινε φίλος με το γιο ενός διακεκριμένου καρατέκα, του Αζάτο Γιασουτσούνε (ή Ασάτο Άνκο, στη γλώσσα της Οκινάουα, 1827-1906) με αποτέλεσμα να γίνει μαθητής του και στη συνέχεια μαθητής ενός φίλου του Αζάτο, επίσης διακεκριμένου καρατέκα με το όνομα Ιτόσου Γιασουτσούνε (ή Ιτόσου Άνκο, 1831-1915).
Τα στιλ που μελέτησε ο Φουνακόσι δε θα ήταν άμεσα αναγνωρίσιμα από τους σημερινούς καρατέκα καθώς εκείνη την εποχή το καράτε που διδασκόταν σε κάθε περιοχή έπαιρνε απλώς το όνομα της ίδιας της περιοχής· συνεπώς αφού ο Φουνακόσι και οι δάσκαλοί του ήταν από την περιοχή Σούρι, τα καράτε τους λέγονταν συλλήβδην «Σούρι-τε». Ο ίδιος ο Φουνακόσι αναφέρει ότι τα μόνα στιλ που ξέρει να έχουν φτάσει στην εποχή του αυτούσια από το παρελθόν είναι το Γκότζου-ρίου της οικογένειας Μιγιάγκι και το Σίτο-ρίου της οικογένειας Μαμπούνι, καθώς και ότι τα κάτα που διδάχθηκε από τους δικούς του δασκάλους θα αποκαλούνταν από τους παλαιότερους της Οκινάουα, Σορέι-ρίου και Σορίν-ρίου, όμως στην πραγματικότητα σε όλη του τη ζωή απέφυγε να ονομάσει το στιλ του με κάποιο συγκεκριμένο όνομα.
Εδώ αξίζει να αναφέρουμε παρενθετικά ότι η ονομασία «Σότοκαν» (松濤館) και η σχετική της, «Σοτοκάι» (松濤會) η οποία αρχικά αναφερόταν στην οργάνωση του Φουνακόσι για την προώθηση του καράτε και που αργότερα μετατράπηκε σε στιλ από το Σιγκέρου Εγκάμι (1912-1981), για πολλά χρόνια χρησιμοποιούνταν όχι ως προσδιοριστικά του στιλ αλλά ως προσδιοριστικά του ντότζο στο οποίο δίδασκε ο Φουνακόσι –ο ίδιος αναφέρει ότι την ονομασία την εισηγήθηκαν κάποιοι μαθητές του, χρησιμοποιώντας το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο «Σότο» (松濤) που σημαίνει «κυματισμός των πεύκων από τον άνεμο» και προσθέτοντας το «καν» (館) που σημαίνει «χώρος, αίθουσα» και, ενίοτε, το «ρίουου» (流) που σημαίνει «σχολή», ή «παράδοση». Μετά το θάνατο του Φουνακόσι, το Σότοκαν (μέσω της οργάνωσης Japan Karate Association /日本 空手 協会) και το Σοτοκάι (μέσω της οργάνωσης Νιχόν Καράτε Ντο Σοτοκάι /日本 空手道松濤館) θεωρούνται οι θεματοφύλακες της κληρονομιάς του Φουνακόσι.
Επιστρέφοντας στον ίδιο τον Γκιτσίν Φουνακόσι και την εξάσκησή του, φαίνεται ότι η σχέση που δημιούργησε με το Σούρι-τε (η ονομασία καράτε θα ερχόταν αργότερα) και με τους Αζάτο και Ιτόσου, ήταν αρκετή ώστε ο νεαρός ακόμα δάσκαλος να αποφασίσει να ξεκινήσει μια «καριέρα» παράλληλη με αυτή μέσω της οποίας κέρδιζε τον επιούσιο στα δημοτικά σχολεία της Οκινάουα· να ξεκινήσει, δηλαδή, να διδάσκει και Σούρι-τε. Και κρίνοντας από την επιτυχία που είχε, ο τρόπος που είχε αντιληφθεί και συνδυάσει τα στιλ των δύο δασκάλων του και η διδασκαλία του ήταν αρκετά επιτυχημένα ώστε να αποκτήσει ένα σημαντικό μαθητολόγιο και στις αρχές της δεκαετίας του 1910, να αποφασίσει να δοκιμάσει την τύχη του στην Ιαπωνία.
Το κλίμα στην Ιαπωνία εκείνη την εποχή ήταν ιδιαίτερα πρόσφορο για τις πολεμικές τέχνες: γύρω από τον ετοιμοθάνατο αυτοκράτορα Μέιτζι (1852-1912, διοικ. 1867-1912) είχε ξεκινήσει να δημιουργείται ένας πυρήνας στρατιωτικών με σαφείς τάσεις ουσιαστικής ανάληψης της εξουσίας και έκδηλες επεκτατικές βλέψεις προς την Ασία. Ο πυρήνας αυτός κέρδισε έδαφος με την άνοδο στην εξουσία του αυτοκράτορα Τάισο (1879-1926, διοικ. 1912-1926) ο οποίος είχε σοβαρά προβλήματα υγείας εκ γενετής και στην ουσία τον υποσκέλισε, επιβάλλοντας μια νοοτροπία βαθμιαία αυξανόμενου εθνικισμού. Οι πολεμικές τέχνες, οι οποίες είχαν ξεκινήσει ήδη να γίνονται δημοφιλείς στο τέλος της περιόδου Μέιτζι με τη δημιουργία της οργάνωσης Ντάι Νίπον Μπουτοκουκάι (大日本武德會) το 1895, άρχιζαν να γίνονται μέρος της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και κάθε τι σχετικό μ’ αυτές περιβαλλόταν από μια άλω «πολεμικής αρετής», «υψηλού εθνικού φρονήματος» και «επιστροφής στο πνεύμα των σαμουράι».
Στο περιβάλλον αυτό, ο Φουνακόσι κλήθηκε να επιδείξει την πολεμική του τέχνη, το καράτε (γραμμένο με τα ιδεογράμματα空手), αρχικά το 1917 στο Μπουτοκουντέν (武徳殿) του Κιότο και αργότερα, το 1922, στην Πρώτη Αθλητική Έκθεση της Ιαπωνίας η οποία έγινε στο Οτσανομίζου του Τόκιο· στο μεταξύ, το 1921 είχε μεσολαβήσει μια επίδειξη μπροστά στο διάδοχο του ιαπωνικού αυτοκρατορικού θρόνου (και μελλοντικού αυτοκράτορα), Χιροχίτο στο κάστρο του Σούρι, στην Οκινάουα. Και όπως φαίνεται, οι επιδείξεις αυτές ήταν αρκετά αποτελεσματικές ώστε να κινήσουν το ενδιαφέρον ενός ανθρώπου που θα βοηθούσε στην πραγματική απογείωση του καράτε: του Κάνο Τζίγκορο (1860-1938), του ιδρυτή του τζούντο.
Όπως λέει και ο ίδιος ο Φουνακόσι, ο Κάνο είδε την επίδειξη και του ζήτησε να πάει στο Ινστιτούτο Κόντοκαν και να διδάξει τον ίδιο και κάποιους μαθητές του, καράτε. Όταν δε, πήγε στο Κόντοκαν βρέθηκε προς μεγάλη του έκπληξη μπροστά σε ένα πλήθος τζουντόκα που παρακολούθησαν με πολύ ενδιαφέρον την επίδειξη, έκαναν ερωτήσεις και δήλωσαν την επιθυμία να μάθουν περισσότερα· ο ίδιος ο Κάνο ζήτησε μάλιστα να μάθει τουλάχιστον δύο-τρια από τα κάτα του καράτε, αντιλαμβανόμενος από την προσωπική του εμπειρία στο τζούντο ότι η εκμάθηση του πλήρους προγράμματος μελέτης θα απαιτούσε χρόνια εξάσκησης. Παρόλα αυτά, και καθώς οι απόψεις του Κάνο έχαιραν μεγάλης εκτίμησης τόσο μεταξύ των πρώτων γενεών του τζούντο, όσο και μεταξύ των μελών των υψηλών κοινωνικών τάξεων της εποχής, το καράτε εδραιώθηκε ως κάτι που άξιζε τον κόπο να μελετηθεί σε βάθος.
Από το Κόντοκαν στη στρατιωτική ακαδημία Τογιάμα, στο δικό του ντότζο στο Τόκιο και σιγά-σιγά σε όλη την πόλη και σε όλη τη χώρα· η πορεία του Φουνακόσι και της τέχνης του δε σταμάτησε ποτέ από εκείνες τις πρώτες επιδείξεις. Όπως όλες οι πολεμικές τέχνες, γνώρισε βεβαίως μια κάμψη κατά τη διάρκεια του πολέμου (οπότε και καταστράφηκε το πρωτότυπο Σότοκαν ντότζο στο Μετζίρο του Τόκιο) καθώς και μετά, όταν η κυβέρνηση των συμμάχων προσπάθησε να ελέγξει τη δημόσια διδασκαλία των πολεμικών τεχνών θέλοντας να αποφύγει την παράπλευρη προπαγάνδα προς τους πολίτες, όμως από εκεί και ύστερα και, ειδικά με τη δημιουργία της Japan Karate Association το Μάιο του 1949, τα πράγματα άρχισαν να πηγαίνουν όλο και καλύτερα.
Αν και το καράτε δεν έχει κλείσει παρά έναν αιώνα στην Ιαπωνία, στη συνείδηση του κοινού (τόσο εκεί όσο και στον υπόλοιπο κόσμο) έχει εδραιωθεί σαν μια καθαρά ιαπωνική πολεμική τέχνη· από το 1972 μάλιστα, οπότε και η Οκινάουα «επιστράφηκε» στην Ιαπωνία από τις ΗΠΑ, όσοι το πιστεύουν έχουν και τεχνικά δίκιο. Στην ενδοχώρα της Ιαπωνίας υπάρχουν άφθονα ντότζο τουλάχιστον δέκα διαφορετικών στιλ και χιλιάδες ασκούμενοι όλων των ηλικιών, ενώ στη γενέτειρά του, την Οκινάουα αποτελεί τόσο ένα από τα βασικά προς εξαγωγή «προϊόντα» όσο και έναν από τους βασικούς πόλους τουριστικής έλξης: οι οργανωμένες εκδρομές στην Οκινάουα συχνά περιλαμβάνουν και μια επίσκεψη σε κάποιο οικογενειακό/παραδοσιακό ντότζο όπου οι επισκέπτες μπορούν να δουν πώς γινόταν η εξάσκηση της τέχνης πριν ο Φουνακόσι Γκιτσίν τη συστήσει στην Ιαπωνία και από εκεί σε όλον τον κόσμο. Και ακόμα και σήμερα, οι πιο ηλικιωμένοι κάτοικοι των νησιών εξακολουθούν να απορούν πώς το χόμπι των παππούδων τους, έφτασε να γίνει γνωστό ακόμα και στην τελευταία γωνιά της γης.
Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης