Διαβάστε το πρώτο μέρος του άρθρου εδώ
Έχω παρατηρήσει επίσης ότι καθώς τα εκλεκτικά συστήματα γίνονται πιο δημοφιλή, αρχίζουν να δημιουργούν τα δικά τους τυποποιημένα τελετουργικά και τις δικές τους άκαμπτες μεθόδους εξάσκησης. Νομίζω ότι αυτό είναι αναπόφευκτο όταν ένα σύστημα μεγαλώνει και αποκτάει περισσότερους μαθητές. Έτσι, από κάποιο σημείο και πέρα ισχύει το “είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα”.
Υπάρχει ένα σχετικό ιστορικό παράδειγμα: όταν το καράτε έγινε αποδεκτό ως ένα πιθανό συστατικό του συστήματος σωματικής αγωγής στα δημόσια σχολεία της Οκινάουα πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι διάφοροι δάσκαλοι του καράτε έπρεπε να φτιάξουν μια σειρά τυποποιημένα, απλουστευμένα κάτα που θα μπορούσαν να διδάσκονται στα σχολεία. Κάθε δάσκαλος έπρεπε να αποποιηθεί τα μοναδικά στιλ της ρίου του ώστε ένα ευρύτερο, πιο λογικό αλλά ταυτόχρονα απλοποιημένο είδος καράτε να μπορέσει να διδαχτεί στα δημόσια σχολεία και σε μεγαλύτερο αριθμό μαθητών. Έτσι, φτιάχτηκε ένα τυποποιημένο πρόγραμμα εξάσκησης (προθέρμανση, κιχόν, ιπόν και σαμπόν κούμιτε, Πίναν/Χέιαν κάτα) το οποίο θα έκανε το περιεχόμενο πιο εύκολο και πιο εύκολο στην επανάληψη από όλους· πλέον το καράτε δεν διδασκόταν σχεδόν ένας προς έναν, σε μια αυλή με έναν δάσκαλο και μια χούφτα μαθητές που φορούσαν τα εσώρουχά τους . Πλέον υπήρχαν εκατοντάδες και μετά χιλιάδες μαθητές των οποίων η πρόοδος έπρεπε να μετριέται από δασκάλους που με το ζόρι ήξεραν τους ίδιους και τις ικανότητές τους. Αυτό οδήγησε στην προσαρμογή του βαθμολογικού συστήματος νταν-ι από το τζούντο, οι ζώντες και τα άσπρα κέικο-γκι, το σύστημα εξετάσεων και άλλες “παραδόσεις”.
Ας πάρουμε ένα άλλο παράδειγμα: ο πιο γνωστός επικριτής για το “παραδοσιακό χάλι” ήταν ο εκλιπών σταρ ταινιών δράσης κουνγκ-φου, Μπρους Λι. Τα λόγια του, τα οποία πολύ λίγοι κατάλαβαν, οι διάφοροι τσόγλανοι πιτσιρικάδες που θα ήθελαν να γίνουν πολεμικοτεχνίτες τα έχουν επαναλάβει περισσότερο από τα λόγια οποιουδήποτε άλλου στο σύμπαν. Παρόλα αυτά, εξεπλάγην ευχάριστα ακούγοντας μια μέρα στο δημόσιο ραδιόφωνο από την (πλέον) ενήλικη κόρη του ότι ο Λι ποτέ δεν πίεσε τα παιδιά του να ακολουθήσουν ακριβώς τα βήματά του στο Τζιτ Κουν Ντο –αντίθετα τα έγραψε σε μια σχολή παραδοσιακού τζούντο επειδή πίστευε ότι σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη πολεμική τέχνη, το τζούντο δίνει στους νέους το καλύτερο μείγμα υγιούς άσκησης, δυναμικής κίνησης και πτώσεων και θετικής επαφής με άλλους νέους.
Ο Λι υιοθέτησε το Weltanschauung (ΣτΜ κοσμοθεωρία, αντίληψη -γερμανικά στο πρωτότυπο) - και την ύβρη- της ποπ αντίληψης της εποχής του. “Κάνε αυτό που θέλεις”, “Όχι στα αφεντικά”, “Κάτω το κατεστημένο”. Όλο το ήθος της αντικουλτούρας της εποχής του επένδυσε την εξωτερική του φιλοσοφία και την προσέγγισή του στις πολεμικές τέχνες η οποία, από πολλές απόψεις, ήταν αρκετά παραδοσιακή με την πρακτική, κινεζική έννοια. Ο Λι στην πραγματικότητα δεν απέρριπτε όλες τις παραδοσιακές πολεμικές τέχνες τόσο – αυτό που προσπαθούσε να κάνει ήταν να αποστάξει και να συγκεντρώσει, στο μέτρο του δυνατού δεδομένης της κατάστασής του, ΟΛΕΣ τις πολεμικές τέχνες σε αυτό που πίστευε ότι είναι η βασική τους ουσία και στη συνέχεια να τις ταιριάξει στις πυγμαχικές τακτικές της βασικής του τέχνης η οποία ήταν το Γουίνγκ Τσουν, μια ιδιαίτερα παραδοσιακή τέχνη. Η επιρροή του Γουίνγκ Τσουν είναι ορατή στο παλιό κινηματογραφικό υλικό του και στη γραμμή που πηγαίνει από το παραδοσιακό Γουίνγκ Τσουν στους απευθείας μαθητές του που ζουν ακόμα ενώ ο ίδιος προπονούταν με μανία, κάνοντας τις βασικές τεχνικές που είχε προσαρμόσει ξανά και ξανά –επρόκειτο για μια αυτό-επιβεβλημένη πειθαρχία που απηχεί το αυστηρό καθεστώς που βλέπει κανείς συχνά στα παραδοσιακά ντότζο και όχι για κάποιο “εντάξ’ μωρέ, χαλαρά” χιπιάρικο στιλάκι. Αν τη δει κανείς τεχνικά, η μέθοδος του Λι ήταν ένα προσωπικό σύστημα που προσάρμοσε τις παραδόσεις σε ένα σύστημα που λίγοι θα μπορούσαν να κατακτήσουν επειδή απαιτούσε πειθαρχία, εστίαση και διάθεση για αναζήτηση (και λίγη διάθεση για επίδειξη και ταλέντο) που μόνο αυτός διάθετε. Και μετά, όταν πέθανε, οι μαθητές του έπρεπε να συγκεκριμενοποιήσουν και να δώσουν μορφή στις μεθόδους του, κάνοντάς τις μια “παράδοση” ώστε να τις καταλάβουν και να μπορέσουν να τις περάσουν στους άλλους· έτσι, μια μη-παραδοσιακή τέχνη έγινε μια τέχνη που στηρίζεται στην παράδοση, στη συνταγή και στη μορφή.
Η ιστορία του Τζιν Κουν Ντο δεν είναι μοναδική: υποπτεύομαι ότι οι κορίου και πολλά σύγχρονα μπούντο είναι παρόμοια, από την άποψη ότι ένας ιδρυτής μπορεί να είχε μια εμπνευσμένη, ανεξήγητη και μοναδική έμπνευση για τις πολεμικές τέχνες και οι διάδοχοί του, ειδικά η δεύτερη και η τρίτη γενιά, σχηματοποίησε και εκλογίκευσε τον βασικό πυρήνα ώστε να βγάζει νόημα και να είναι κατανοητός από εμάς τους κοινούς θνητούς. Σίγουρα κάτι τέτοιο ισχύει στην περίπτωση του αϊκίντο και το πιστεύω αυτό έχοντας συζητήσει με πολλούς δασκάλους που είχαν την εμπειρία να μελετήσουν απευθείας υπό τον ιδρυτή της τέχνης, τον Ουεσίμπα Μοριχέι. Συχνά παρατηρούσαν ότι ορισμένες φορές ο Ουεσίμπα επιδιδόταν σε ακατανόητες (ακόμα και σε Ιάπωνες που η μητρική τους γλώσσα ήταν τα ιαπωνικά) εξηγήσεις σχετικά με το πώς οι τεχνικές του στηρίζονταν σε θεότητες του εσωτερικού σιντοϊσμού και βουδισμού, στη ροή του σύμπαντος κ.λπ. Ίσως όντως να ήταν έτσι όμως αυτό δε βοηθάει κανέναν μαθητή να καταλάβει τον τρόπο που κινείται το σώμα σε μια τεχνική· στον αντίποδα, έχω παρατηρήσει τον γιο του Ουεσίμπα, τον Κισομάρου και τον εγγονό του, τον Μοριτέρου και γενικά είναι πολύ σαφείς ως προς το πώς εξηγούν τις πρακτικές μεθοδολογίες και τις εφαρμογές.
Ένα άλλο πρόβλημα σχετικά με την τήρηση ή το χάλασμα των παραδόσεων είναι η συνηθισμένη παρανόηση εκ μέρους αυτών που δεν ξέρουν, ότι δεν έχουν νόημα (“φόρμα ή παράδοση για χάρη της παράδοσης”) καθώς και ότι μερικές φορές οι χειρότεροι εχθροί της παράδοσης είναι οι παραπλανημένοι υπέρμαχοί τους που τις υπερασπίζονται αλλά από μια εντελώς λανθασμένη οπτική γωνία.
Υπάρχουν, ας πούμε, λόγοι για τα τυποποιημένα ρούχα εξάσκησης (κέικο-γκι) που χρησιμοποιούνται στα παραδοσιακά μπούντο, ειδικά για το απλό λευκό επάνω και κάτω (και το μαύρο ή το μπλε του κέντο ως παραλλαγές): τα καθαρά ρούχα εξάσκησης βοηθάνε στην υγιεινή του ντότζο. Στο γυμνάσιο έκανα λίγο πάλη και ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των προπονητών μας ήταν η μάχη κατά του σταφυλόκοκκου και άλλων δερματικών παθήσεων που προέρχονταν από τη συνεχή επαφή μας με τα ταπί και με τους συνασκούμενούς μας και κάποιοι άλλοι παλαιστές δεν ήταν ακριβώς σχολαστικοί σε θέματα υγιεινής. (Ναι, μιλάμε για ψείρες και τέτοια.) Η τυποποιημένη εμφάνιση βοηθάει επίσης στην καταπολέμηση της φυσικής τάσης ορισμένων ανθρώπων να φοράνε φανταχτερά ρούχα για να ξεχωρίζουν, ακόμα και στο ντότζο –σε αυτούς τους χώρους, κάτι τέτοιο μπορεί να σου αποσπάσει την προσοχή και να είναι ακόμα και επικίνδυνο: για παράδειγμα, κάποιος που φοράει ένα εντυπωσιακό δαχτυλίδι μπορεί σε μια λάθος κίνηση να στο καρφώσει στο πρόσωπο.
Η εθιμοτυπία φτιάχτηκε για να εστιάσει την προσοχή μας στα πράγματα που μπορεί να είναι πιθανές πηγές κινδύνου. Ήτοι, οι λογικοί κανόνες συμπεριφοράς και η εθιμοτυπία, φτιάχτηκαν για να προστατεύουν και να ενισχύσουν την εξάσκηση –δεν είναι απλώς φούμαρα και θέαμα
Η ύπαρξη αυστηρών κανόνων και εθιμοτυπίας όταν πρόκειται για χειρισμό ξιφών είναι επίσης κάτι που έχει απόλυτο νόημα. Όπως θα πιστοποιήσει οποιοσδήποτε έχει χρησιμοποιήσει πυροβόλα όπλα, η ανεμελιά και η τεμπελιά είναι προάγγελοι συμφοράς: το να έχει κανείς έναν υγιή σεβασμό για τα λεπιδοφόρα όπλα, εκφρασμένο στην εθιμοτυπία, επεκτείνεται στην επίσης από σεβασμό προερχόμενη εθιμοτυπία στα άλλα όπλα και στα άλλα άτομα στο ντότζο. Οποιοδήποτε όπλο, ξύλινο ή μεταλλικό και οποιοδήποτε άτομο, μπορεί να προκαλέσει αναίτιους τραυματισμούς αν δεν αντιμετωπιστεί με σοβαρότητα και καθώς η ίδια η εξάσκηση έχει αρκετές πιθανότητες να προκαλέσει τραυματισμούς δεν υπάρχει λόγος να πολλαπλασιάζουμε τις πιθανότητες αυτές απλώς και μόνο επειδή δε μας αρέσει το “παραδοσιακό χάλι”. Η εθιμοτυπία φτιάχτηκε για να εστιάσει την προσοχή μας στα πράγματα που μπορεί να είναι πιθανές πηγές κινδύνου. Ήτοι, οι λογικοί κανόνες συμπεριφοράς και η εθιμοτυπία, φτιάχτηκαν για να προστατεύουν και να ενισχύσουν την εξάσκηση –δεν είναι απλώς φούμαρα και θέαμα.
Από την άλλη, υπάρχουν φορές που οι αλλαγές στην παράδοση είναι αποδεκτές και συχνά αναγκαίες και οι υπέρμαχοι της λογικής που θέλει να ακολουθεί κανείς την παράδοση τυφλά δεν κατανοούν πότε η παράδοση πρέπει να χαλάει.
Ένα σχετικό παράδειγμα είναι αυτό με μια φωτογραφία που είχα δημοσιεύσει στο πάλαι ποτέ περιοδικό μου για τις πολεμικές τέχνες. Ήταν μια πολύ καλή φωτογραφία, τραβηγμένη σε ένα πάρκο στη Χαβάη γεμάτο από ψηλά χόρτα και έδειχνε έναν πολύ σεβάσμιο εκπαιδευτή του τζο και λίγο καιρό μετά έλαβα μια επιστολή από έναν δάσκαλο του κέντο που επέκρινε τον δάσκαλο και τη φωτογραφία. Ο δάσκαλος του κέντο πίστευε ότι το να φοράει κανείς “παντόφλες κουνγκ-φου” (επρόκειτο για τζίκα τάμπι, ένα είδος μαλακών παπουτσιών εργασίας με λαστιχένιες σόλες που συχνά αποκαλούνται “παπούτσια νίντζα” αλλά στην πραγματικότητα χρησιμοποιούνται από τους εργάτες στις οικοδομές) ήταν ιεροσυλία προς τις παραδοσιακές πολεμικές τέχνες. ΠΑΝΤΑ κάνεις προπόνηση ξυπόλητος, δήλωσε! Ο δάσκαλος του τζο στη φωτογραφία ήταν ντροπή για τις παραδοσιακές πολεμικές τέχνες επειδή κατ’ αυτόν τον τρόπο χαλάει την παράδοση.
Ναι, καλά. Αν φοράει κανείς τζίκα τάμπι σε ένα ντότζο με τατάμι ή παρκέ, αυτό που λέει έχει νόημα: στους κλειστούς χώρους στην Ιαπωνία κυκλοφορείς ξυπόλητος –ο κανόνας αυτός υπάρχει επειδή τα παραδοσιακά ιαπωνικά σπίτια είχαν πολύ λίγα έπιπλα και οι άνθρωποι ζούσαν κοντά στο πάτωμα, κάθονταν εκεί και κοιμούνταν εκεί οπότε αν στο ίδιο αυτό πάτωμα πατούσες με τα παπούτσια που φορούσες έξω μπορεί να μετέφερες κάθε είδους μικρόβια ή ακαθαρσίες σκύλων ή ξεραμένες τσίχλες ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο ανθυγιεινό πράγμα. Και στο ντότζο ακόμα περισσότερο αφού το δέρμα σου ακουμπάει πάνω στα στρώματα και σίγουρα δε θέλεις να σου χώσουν το πρόσωπο σε ένα μέρος που κάποιος πάτησε με τα παπούτσια και που μπορεί να μεταφερθεί στο δέρμα σου ό,τι πάτησαν τα παπούτσια αυτά.
Όμως, όπως του εξήγησα ευγενικά, στην Ιαπωνία δεν υπάρχει πρόβλημα να φοράει κανείς παπούτσια όταν εξασκείται σε ανώμαλο, πετρώδες και επικίνδυνο έδαφος. Όταν ασκούμουν στην ύπαιθρο στις κορίου, συχνά κάναμε εξάσκηση ξυπόλητοι όταν το έδαφος είχε χόρτα καθώς αυτό μας έδινε πιο σίγουρο πάτημα και λιγόστευε τις πιθανότητες να γλιστρήσουμε και να κοπανήσουμε τον άλλον στο κεφάλι. Όμως αν τα πόδια σου ήταν ευαίσθητα ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο χρειαζόσουν, μπορούσες να φορέσεις τζίκα τάμπι – δεν υπήρχε πρόβλημα. Γι αυτό υπάρχουν άλλωστε.
Επιπλέον, επεσήμανα ότι το συγκεκριμένο πάρκο όπου τραβήχτηκε η φωτογραφία ήταν γεμάτο από δέντρα κιάβε, κάτι δέντρα με σκληρό και ροζιασμένο ξύλο και κλαδιά με αγκάθια που ξεπερνούν τα επτάμισι εκατοστά· αν πατήσεις επάνω σε ένα από τα αγκάθια αυτά, καλό είναι να έχεις κάνει πρόσφατα αντιτετανικό ορό. Κάποτε έκανα πεζοπορία σε ένα εγκαταλελειμμένο νησί της Χαβάης στο οποίο υπήρχαν μόνο αγριοκάτσικα και δέντρα κιάβε και πέρασα κάμποσο χρόνο βγάζοντας τα αγκάθια αυτά από τα παπούτσια μου –αν είχα περπατήσει ξυπόλητος, μετά από δέκα λεπτά θα είχα πέσει κάτω από βαθιές τρύπες στις πατούσες μου.
Ο δάσκαλος του τζο δε “χάλασε την παράδοση”: χρησιμοποίησε κοινή λογική και φόρεσε παπούτσια για να μην καταλήξει στα επείγοντα περιστατικά. Στην πραγματικότητα, όχι απλώς δε “χάλασε την παράδοση” αλλά τη χρησιμοποίησε (φοράς παπούτσια έξω και δε φοράς μέσα), για να αντιμετωπίσει μια καινούρια κατάσταση, δηλαδή την εξάσκηση στο γεμάτο αγκάθια έδαφος της Χαβάης.
Κατά την άποψή μου, το “χαλάω την παράδοση” ίσως δε σημαίνει τόσο ότι κανείς αντιβαίνει στις παραδόσεις ενός κλασικού στιλ πολεμικής τέχνης, αλλά ότι αντιβαίνει στις δικές του παραδοσιακές προκαταλήψεις και μυωπικές θεωρήσεις των πραγμάτων.
Πρόσφατα, έναν φίλο μου τον προσέγγισε ένας νεαρός που ήθελε να ασκηθεί στην κορίου του. Ο υποψήφιος μαθητής είπε ότι αντιμετώπιζε το θέμα της εκμάθησης της κορίου με πολλή σοβαρότητα και ότι θα ήταν πιστός και αφοσιωμένος μαθητής. Ναι, ναι, καλά –όλοι τα ίδια λένε. Ωστόσο, ο μαθητής είπε ότι δεν ήταν διατεθειμένος να προπονηθεί μαζί με γυναίκες καθώς η θρησκεία του απαγόρευε οποιαδήποτε επαφή με το “ακάθαρτο φύλο” και ήταν βαθιά πιστός στις πεποιθήσεις του, οι οποίες ήταν διαμορφωμένες από την ερμηνεία του στα κείμενα της θρησκείας. Ο φίλος μου διδάσκει δύο κορίου –δεν είμαι σίγουρος αλλά νομίζω ότι η μια είναι 400 ετών και η άλλη περίπου 450- όμως παρότι παλιές και μπολιασμένες από τις ιαπωνικές παραδόσεις, δεν απαγορεύουν εγγενώς την κοινή εξάσκηση αντρών και γυναικών οπότε είπε στον νεαρό ότι δεν μπορούσε να εξασκηθεί με το γκρουπ του. Ο νεαρός επανήλθε ρωτώντας αν ο φίλος μου πρόσφερε ιδιαίτερη, ατομική διδασκαλία και λέγοντας ότι ήταν διατεθειμένος να πληρώσει για κάτι τέτοιο όμως ο φίλος μου είπε όχι –το σκεπτικό ήταν ότι θα υπήρχαν φορές που ο νεαρός θα έπρεπε να έρθει σε επαφή με άλλους μαθητές, άντρες και γυναίκες και επιπλέον, ότι δεν είχε χρόνο στο πρόγραμμά του για να κάνει ιδιαίτερα μαθήματα όσο καλή και αν ήταν η αμοιβή (που μάλλον δε θα ήταν.)
Ο φίλος μου πίστεψε ότι η συζήτηση θα τελείωνε εκεί όμως μερικές εβδομάδες αργότερα, ο νεαρός του έγραψε ξανά λέγοντάς του ότι είχε “καλά νέα”: είχε μιλήσει τελικά με έναν επικεφαλής της θρησκευτικής του σέκτας και είχε μάθει ότι παρότι οι γυναίκες θεωρούνταν κάτι διαφορετικό ως προς τον ρόλο και την κοινωνική τους θέση, δεν υπήρχε κάτι στη θρησκεία τους που του απαγόρευε ρητά να εξασκηθεί μαζί τους στις πολεμικές τέχνες. Ο φίλος μου, τον ενημέρωσε ότι παρά την αλλαγή στις πεποιθήσεις του, δε θα τον δεχόταν στη ρίου και, χρησιμοποιώντας κάπως πιο ήπιους όρους, του είπε ότι του τα είχε πρήξει με όλη αυτή τη συζήτηση η οποία έδειχνε ότι ο νεαρός μπορεί να αντιμετώπιζε και άλλα προβλήματα με άλλα πράγματα που θα αντιμετώπιζε στην κορίου όπως οι υποκλίσεις προς την καμίζα, το ότι θα έπρεπε να αγγίξει άτομα του αντίθετου φύλου, ότι θα έπρεπε να δείξει σεβασμό στα άτομα αυτά, ότι θα έπρεπε να υποκλίνεται στους συνασκούμενούς του κ.λπ. Αν αισθανόταν ότι ο τρόπος που ερμήνευε τη θρησκεία του ήταν τόσο απαγορευτικός για ένα πράγμα, πιθανότατα θα προκαλούσε προβλήματα και σε άλλες παραδόσεις οπότε καλή τύχη στην αναζήτησή σου για έναν δάσκαλο κορίου που θα σου επιτρέψει να διατηρήσεις τις προσωπικές σου προκαταλήψεις, μη σε κρατάμε άλλο και άει στα τσακίδια.
Το παραπάνω είναι ένα παράδειγμα όπου το “χαλάω την παράδοση” σημαίνει ότι στην πραγματικότητα αυτό που χαλάει είναι οι εγγενείς προκαταλήψεις και οι φόβοι κάποιου. Το να βρει κανείς και να χαλάσει ψεύτικες παραδόσεις ή να ξεπεράσει παλιές που πλέον δεν είναι χρήσιμες είναι εύκολο. Όμως τι γίνεται με τους δικούς του παραδοσιακούς φόβους και προκαταλήψεις;
Γουέιν Μουρομότο
Ο Γουέιν Μουρομότο ασκείται επί δεκαετίες στις σύγχρονες πολεμικές τέχνες (σινμπούντο) και στις κλασσικές πολεμικές τέχνες (κορίου) και αυτή τη στιγμή είναι μαθητής της Μπίτσουντεν Τακεούτσι-ρίου και της Μούσο Τζίκιντεν Έισιν-ρίου. Στο παρελθόν έχει εργαστεί σαν δημοσιογράφος και σαν δάσκαλος και πλέον είναι καθηγητής τεχνών και computer graphics σε ένα πανεπιστήμιο στη Χαβάη. Παράλληλα διατηρεί το μπλογκ «The Classic Budoka» στο οποίο αναρτήθηκε αρχικά το παραπάνω κείμενο (https://classicbudoka.wordpress.com/2014/04/13/108-breaking-traditions/)
Το παραπάνω άρθρο είναι πνευματική ιδιοκτησία του Γουέιν Μουρομότο και δημοσιεύεται στα ελληνικά κατόπιν συμφωνίας με τον ίδιο. Τα αποκλειστικά δικαιώματα για την ελληνική μετάφραση ανήκουν στον Πανελλήνιο Οδηγό Πολεμικών Τεχνών με τον οποίο θα πρέπει να υπάρξει συνεννόηση για οποιαδήποτε ανατύπωσή της.