Υπάρχουν φορές που αυτό που θεωρούμε “παράδοση” χρειάζεται να χαλάσει. Ναι, καλά διαβάσατε. Εγώ, ο συγγραφέας ενός μπλογκ που λέγεται “Classical Budoka” και το οποίο αναφέρεται στις πιο παραδοσιακές κλασικές ιαπωνικές πολεμικές τέχνες, πιστεύω ότι ορισμένες παραδόσεις πρέπει να χαλάνε, να διακόπτονται. Και με αυτό εννοώ ότι πρέπει να διακόπτονται όταν παύουν να έχουν νόημα, λογική ή καταλληλότητα, ότι οφείλουν να μπαίνουν στην άκρη αν αποκαλύπτεται ότι είναι αντίθετες με τον στόχο και τη λειτουργία τους, αν προκαλούν άλογη βλάβη ή αρνητικές συνέπειες στους ασκούμενους και αν αυτό που τις αντικαθιστά είναι πιο κατάλληλο για τον αρχικό στόχο. Ακούγομαι σαν όλους αυτούς τους έφηβους στο YouTube που θέλουν να γίνουν οι καινούριοι Μπρους Λι και που γκρινιάζουν για τα “άχρηστα παραδοσιακά στιλ των πολεμικών τεχνών” και για το ότι “πρέπει να κάνεις το δικό σου” και για το ότι “τα ‘κάντα’ είναι άχρηστα” κ.λπ., κ.λπ.; Ίσως όμως στην παραπάνω δήλωσή μου υπάρχουν αρκετά “εάν” και “εφόσον” και “ναι μεν, αλλά”.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που πρέπει να αναφέρουμε, ωστόσο είναι το εξής: για τι πράγματα μιλάμε όταν λέμε για “παραδόσεις” στις πολεμικές τέχνες; Είμαστε σίγουροι ότι πρόκειται για “παραδόσεις” με τη βιώσιμη, ιστορική έννοια; Μήπως είναι απλώς κάποιες ιδιοσυγκρασίες ενός συγκεκριμένου στιλ ή ενός συγκεκριμένου δασκάλου; Μήπως είναι κάτι που επινοήθηκε πρόσφατα; Μήπως, όπως συμβαίνει με κάποια ντότζο στις ΗΠΑ, πρόκειται για κάποια χύμα, ανάκατα τυπικά που δημιουργήθηκαν από ανθρώπους που δεν είχαν ιδέα ποιες ήταν οι πραγματικές παραδόσεις;
Ας πούμε, ένας γνωστός μου μού είπε ότι κάποτε επικοινώνησε μαζί του μια σχολή καράτε για να τον ρωτήσει ποιος είναι ο σωστός τρόπος να σβήνει κανείς τα κεριά σε μια τελετή απονομής ζωνών. Στην Ιαπωνία, τον ρώτησαν, φυσάς τα κεριά και τα σβήνεις ή χρησιμοποιείς το ειδικό σκεύος; Για τον φίλο μου, ήταν μια στιγμή, όπως λένε και στο Ίντερνετ, WTF. Τι ανοησίες μου λέτε, τους ρώτησε (κάπως πιο ευγενικά, βεβαίως); Στα παραδοσιακά ντότζο στην Ιαπωνία δεν υπάρχουν κεριά! Αυτά που έκανε αυτή η ομάδα, τα κεριά, ότι πήγαιναν δεξιά-αριστερά στα γόνατα (όχι κανονικό σίκο, παρεμπιπτόντως), ότι φώναζαν “Όσου!” με κάθε τους κουβέντα (και χτυπούσαν ο ένας τις γροθιές του άλλου, και έκαναν χάι-φάιβ και χτύπαγαν τους μηρούς τους κάθε φορά που έκαναν υπόκλιση) ότι αγκάλιαζαν “αντρικά” ο ένας τον άλλον (πιάνονταν από τους ώμους, χτυπούσαν ο ένας τον άλλον στην πλάτη και γύριζαν το κεφάλι τους στο πλάι) ήταν γελοία στα δικά του “μη παραδοσιακά, παραδοσιακά” μάτια. Αυτές οι παραδόσεις δεν είναι καθόλου “παραδοσιακές”.
Έχω δει κι εγώ αρκετές τέτοιες παράξενες δια-πολιτισμικές “παραδοσιακές” παραδοξότητες, όλα αυτά τα χρόνια που παρακολουθώ διάφορες σχολές πολεμικών τεχνών στις ΗΠΑ. Δεν αμφιβάλω ότι πολλοί από τους ανθρώπους που συνεχίζουν ή που δημιουργούν αυτές τις στιγμιαίες παραδόσεις έχουν καλές προθέσεις όμως για τα δεδομένα ενός πραγματικού παραδοσιακού, δείχνουν γελοίες, σαν ένα ανακάτεμα μυστικών χειραψιών μεταξύ αγοριών (πάρε το Μαγικό Δαχτυλίδι της Μυστικής Οργάνωσης που σου επιτρέπει να αποκρυπτογραφείς τα πάντα!) και τεχνητά κατασκευασμένων κανόνων κοσπλέι. Τα πράγματα αυτά δεν είναι πραγματικές παραδόσεις: είναι φτιαχτά! Δεν πρόκειται για πράγματα που παραδίδονται από το απώτερο παρελθόν μέσα σε ένα πολιτισμικό πλαίσιο αλλά δημιουργήθηκαν με κάποιον τρόπο από το πέρασμα από τον έναν πολιτισμό στον άλλον.
Σε ό,τι αφορά τις πραγματικές παραδόσεις, μερικές φορές κάποιες από αυτές πρέπει να εξαφανιστούν επειδή βασίζονται σε πολιτισμικές, φυλετικές ή θρησκευτικές προκαταλήψεις και έχουν πολύ λιγότερη σχέση με το μαχητικό σύστημα και πολύ περισσότερη με πολιτισμικές προκαταλήψεις που καλύτερα να μείνουν στο παρελθόν. Μπορεί να στηρίζονται σε παλιές προλήψεις που δεν αντέχουν μπροστά στη σύγχρονη γνώση ή που δεν ταιριάζουν σε κοινωνίες ισότητας· για παράδειγμα, ορισμένοι εκπαιδευτές μπούντο ήταν, μέχρι και πριν από λίγα χρόνια, αρκετά σεξιστές στο θέμα της εξάσκησης των γυναικών και υποστήριζαν ότι οι γυναίκες δεν ήταν μέρος της παράδοσης των πολεμικών τεχνών. Στην πραγματικότητα, αυτός είναι αρκετά μυωπικός τρόπος να βλέπει κανείς την παράδοση: στην πρώιμη νεότερη Ιαπωνία, οι γυναίκες σαμουράι εξασκούνταν μεν χωριστά όμως εξασκούνταν όντως στα κλασικά μαχητικά συστήματα και ειδικά στη ναγκινάτα.
Όπως έδειχνε μια πρόσφατη δημοφιλής δραματική σειρά, η κόρη του επικεφαλής του κέντο ντότζο Τσίμπα στο τέλος του σογκουνάτου Τοκουγκάουα ήταν ο Τσίμπα Σάνα η οποία ήταν γνωστή με το παρατσούκλι “Δαιμόνια Καλλονή του Ντόζο Τσίμπα” (“Τσίμπα Ντότζο Νο Όνι Νο Κομάτσι” το οποίο ήταν λογοπαίγνιο με το όνομα “Όνο Νο Κομάτσι” μιας διάσημης ποιήτριας και καλλονής της Περιόδου Χέιαν) επειδή νικούσε όλους τους αντιπάλους της , άντρες ή γυναίκες, σε μονομαχίες στο κέντο. Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου που τελείωσε την εποχή Τοκουγκάουα, μια διμοιρία από γυναίκες-σαμουράι της περιοχής Αϊζού πολέμησαν εναντίον του πεζικού των φιλομοναρχικών που επιτέθηκαν στο κάστρο Αϊζού-Ουακαμάτσου της Τσουρουγαόκα (ΣτΜ Το “Τσουρούγα” - όχι “Τσουρουγαόκα” -είναι μια άλλη ονομασία του ίδιου κάστρου και όχι περιοχή. Πρόκειται πιθανότατα περί λάθους) και τους απώθησαν μέχρι που οι στρατιώτες υποχώρησαν αρκετά ώστε να μπορέσουν να τους πυροβολήσουν από μακριά με τα τουφέκια και τα κανόνια τους. Βεβαίως στο σύγχρονο μπούντο, η ιστορία των γυναικών ασκούμενων είναι αρκετά μικρή όμως αυτή η ένδεια είναι σχετικά πρόσφατο ιστορικό φαινόμενο και εμφανώς αλλάζει καθώς όλο και περισσότερες γυναίκες σε πολλές χώρες ασκούνται στο μπούντο και το ευχαριστιούνται –βοηθάει επίσης το γεγονός ότι, τουλάχιστον στις περισσότερες χώρες του Πρώτου Κόσμου, αυτού του είδους ο σωβινισμός ξεπερνιέται.
Οι βασικές παραδόσεις της Ιαπωνίας επίσης αλλάζουν. Στο παρελθόν, εξαιτίας της κομφουκιανικής επιρροής, οι γυναίκες αποκλείονταν από πολλές καταστάσεις λόγω του φύλου τους όμως η γήρανση του πληθυσμού και η μείωση των γεννήσεων έχουν αλλάξει τη νοοτροπία αυτή. Καθώς λιγότεροι νέοι άντρες και γυναίκες είναι διατεθειμένοι να ενταχθούν στους παραδοσιακούς ρόλους, οι γυναίκες αναλαμβάνουν θέσεις επικεφαλής πολύ παραδοσιακών συστημάτων παίρνοντας όλο και περισσότερο ρόλους που κάποτε ανήκαν αποκλειστικά στους άντρες. Πλέον έχουμε γυναίκα να είναι η πρώτη επικεφαλής μιας από τις μεγάλες σχολές ανθοσύνθεσης, κόρες να γίνονται επικεφαλής σε παραδόσεις που σχετίζονται με τέχνες και εφαρμοσμένες τέχνες, γυναίκες που ανεβαίνουν στην ιεραρχία εταιρειών και ούτω καθ εξής. Αυτή η αναπόφευκτη διεύρυνση των κοινωνικών ρόλων των γυναικών αντανακλάται και στον κόσμο του μπούντο.
Ξεκίνησα να ασκούμαι σε μια πολύ παλιά κορίου περίπου πριν από 30 χρόνια. Μαζί μου ασκούνταν μόνο κάποιοι λίγοι σκληροπυρηνικοί και όλοι θεωρούσαν ότι ήταν κάτι πολύ παλιομοδίτικο και καταπιεστικό για οποιαδήποτε σύγχρονη γυναίκα· δεν ήταν ότι απαγορευόταν στις γυναίκες να προπονηθούν αλλά περισσότερο ότι κανείς, τουλάχιστον λογικός άνθρωπος, δεν ασχολιόταν. Σήμερα δεν μπορώ καν να σκεφτώ πώς θα μπορούσε η σχολή να υπάρχει χωρίς γυναίκες: υπάρχουν νοικοκυρές που ασκούνται με τα παιδιά τους, νέες ανύπαντρες γυναίκες που θεωρούν ότι είναι κουλ να ασκούνται σε μια κορίου ή νιόπαντρες που βλέπουν την εξάσκηση σαν έναν τρόπο να ξεφύγουν από το συνηθισμένο τους πρόγραμμα, να ασκηθούν σωματικά και να κάνουν σχέσεις με άλλες γυναίκες.
Ξέρω τουλάχιστον έναν εκπαιδευτή κορίου που έλεγε ότι δε θα δίδασκε ποτέ μη-Ιάπωνες και ότι δεν ήταν διατεθειμένος καν να το κουβεντιάσει. Το είχε πει μάλιστα σε ένα ιαπωνικό περιοδικό για το κέντο
Ένα άλλο παράδειγμα είναι ο φυλετικός και/ή εθνικός σοβινισμός που ίσως βρει κανείς σε ορισμένα ντότζο. Ήταν κάτι σπάνιο και πλέον είναι σχεδόν ανύπαρκτο όμως ορισμένοι δάσκαλοι χρησιμοποιούσαν την “παράδοση” για να κρύψουν τις προκαταλήψεις τους. Ξέρω τουλάχιστον έναν εκπαιδευτή κορίου που έλεγε ότι δε θα δίδασκε ποτέ μη-Ιάπωνες και ότι δεν ήταν διατεθειμένος καν να το κουβεντιάσει. Το είχε πει μάλιστα σε ένα ιαπωνικό περιοδικό για το κέντο, υποστηρίζοντας ότι οι ξένοι δε θα κατάφερναν ποτέ να συλλάβουν τη “μοναδικότητα” της τέχνης του. Σήμερα, πετάει στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική για σεμινάρια μαζεύοντας μίλια και πολλούς μαθητές σε όλον τον κόσμο –είναι εντυπωσιακό πώς τα χρήματα (για τη διδασκαλία και τα δίδακτρα) μπορούν να αλλάξουν ορισμένες νοοτροπίες.
Ένας άλλος δάσκαλος μιας διάσημης κορίου είχε πει κάποτε σε μια συνέντευξη ότι παρότι είναι αρκετούς ξένους στο σύστημά του ήδη από τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 δεν ήταν σίγουρος ότι η ρίου του μπορούσε να μεταδοθεί πραγματικά εκτός Ιαπωνίας. Ακόμα και εντός Ιαπωνίας, πίστευε ότι η πραγματική μετάδοση της ρίου απαιτούσε να βρίσκεται κανείς κοντά στον σιντοϊστικό ναό η θεότητα του οποίου ήταν η έμπνευση για τη ρίου –αυτός ήταν και ο λόγος που το ντότζο δεν είχε παρακλάδια ή σίμπου. Μερικά χρόνια αφότου διάβασα τη συνέντευξη, διάβασα και για το πρώτο περίπου-σίμπου της σχολής αυτής: ένας μαθητής από έναν μακρινό νομό ζήτησε να γίνει μέλος και όταν έγινε δεκτός πήγαινε όσες φορές μπορούσε τον μήνα και τον υπόλοιπο καιρό ασκούταν μόνος του και με πολλή επιμέλεια. Με τον καιρό, ο δάσκαλος εκτίμησε την επιμέλειά του καθώς και το γεγονός ότι κάποιοι φίλοι του ήθελαν επίσης να ασκηθούν αλλά δεν μπορούσαν να πηγαίνουν στο κεντρικό ντότζο οπότε τελικά υποχώρησε και τους άφησε να φτιάξουν μια ομάδα μελέτης η οποία μετά έγινε σίμπου. Αξίζει να επισημάνω ότι σήμερα, η ρίου αυτή έχει επίσημα παρακλάδια σε όλη την Ιαπωνία και σε αρκετές χώρες σε όλον τον κόσμο.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν ήταν τόσο ωμή προκατάληψη όσο μια επιφυλακτική προσέγγιση σε κάτι νέο που η ρίου δεν είχε αντιμετωπίσει ως εκείνη τη στιγμή. Ποιος ξένος με σώας τα φρένας θα ενδιαφερόταν να μάθει κάτι τόσο παλιομοδίτικο και ιαπωνικό όσο μια κορίου; Οι δάσκαλοι αυτοί δεν είχαν ποτέ σκεφτεί ότι θα υπήρχαν τέτοιοι εκκεντρικοί άνθρωποι οπότε πώς θα έπρεπε να τους αντιμετωπίσει κανείς; Σε τελική ανάλυση, δεν ήταν κάτι που είχε συμβεί όταν ιδρύθηκε η ρίου. Στις τελευταίες δύο περιπτώσεις έχω την εντύπωση ότι το αρχικό πρόβλημα βασιζόταν στην πραγματιστική, προσεκτική φύση των κορίου. Οι κλασικές αυτές τέχνες, οι οποίες διατηρούν μεθόδους εξάσκησης εκατοντάδων ετών, αλλάζουν μεν όμως η αλλαγή αυτή είναι αργή και προσεκτική
Από την άλλη, έχω συναντήσει πολύ περισσότερη προκατάληψη από μεγάλες ομάδες σύγχρονων πολεμικών τεχνών από ό,τι από παραδοσιακές κορίου όπου οι αποφάσεις γίνονται σε ένα επίπεδο “πιο κοντά στη βάση”. Έχω ακούσει για μεγάλες οργανώσεις στις οποίες οι υψηλοί βαθμοί είναι μόνο για Ιάπωνες· πρόκειται για μια εσκεμμένη αντανάκλαση πολιτισμικών προκαταλήψεων σε ορισμένες μερίδες και άτομα της ιαπωνικής κοινωνίας και όχι τόσο στο ίδιο το μπούντο. Με έχουν κρατήσει μακριά από την εξάσκηση σε ένα πιο σύγχρονο στιλ μπούντο απλώς εξαιτίας αυτής της νοοτροπίας που είχαν ορισμένοι δάσκαλοι στη Χαβάη και στην Ιαπωνία. Η αντίδρασή μου; Πήρα τη μπάλα μου και πήγα να παίξω σε άλλη παραλία, με άλλους ανθρώπους που δεν ήταν τόσο στενόμυαλοι –επιπλέον, αφού είχαν τέτοιες προκαταλήψεις δε θα ήθελα να εξασκηθώ με αυτούς τους ανθρώπους καθώς συχνά συμπεριφέρονται άσχημα και στις άλλες σχέσεις τους. Γιατί να θέλει κανείς να τους συναναστραφεί;
Ωστόσο, κάτι που μπορεί να είναι ανάθεμα για τους ασκούμενους στις εκλεκτικές πολεμικές τέχνες της Νέας Εποχής, μπορεί να είναι αυτό που εκείνοι εισπράττουν ως αυστηρά επιβεβλημένα τελετουργικά, κανόνες συμπεριφοράς, επισημότητα και μεθοδολογίες. Όμως αυτό που μάλλον εννοούν, είναι τυπικά τα οποία υπάρχουν σε πιο “σύγχρονες” πολεμικές τέχνες, τις σινμπούντο: ορισμένες τέτοιες σχολές τζούντο, καράτε-ντο, αϊκίντο και κέντο όντως το παρακάνουν όμως μπορώ να πω ότι και η πρώτη επαφή μου με τις κορίου και η συνεχιζόμενη σχέση μου μ’ αυτές μου έχουν δείξει ότι εκεί τα πράγματα είναι πιο χαλαρά από άποψη τυπικότητας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αυστηρότητα και η πειθαρχία υπάρχουν όμως γενικά τα πράγματα είναι πολύ πιο “χαλαρά”.
Η τυπικότητα των κορίου συνήθως στηρίζεται στην ιδέα ότι, στο βάθος, η τεχνική φύση της εξάσκησης περιλαμβάνει μεθόδους που ήταν φτιαγμένες για να τραυματίσουν βαριά ή για να σκοτώσουν έναν εχθρό. Αυτά δεν είναι πράγματα που τα παίρνεις αψήφιστα, σε καμία περίπτωση, όμως μπορείς να είσαι φιλικός και όχι υπερβοολικά άκαμπτος. Η τυπικότητα προς χάρη της τυπικότητας δεν υπάρχει ποτέ στις κορίου –στις κορίου δεν ασκείσαι για να κάνεις επίδειξη ή για να κερδίσεις ένα τουρνουά και έχω προσέξει ότι οι περισσότεροι νέοι άνθρωποι δεν έρχονται στις κορίου επειδή δεν είναι κάτι που τους επιτρέπει να δειχθούν ή να κορδώνονται σαν τα παγόνια. Συνεπώς, δεν υπάρχει και καμία σχετική ανάγκη να επιδίδεται κανείς στις ενοχλητικές, υπερβολικά μάτσο συμπεριφορές που βλέπουμε στις πολυπληθείς και δημοφιλείς σύγχρονες σχολές.
Γουέιν Μουρομότο
Ο Γουέιν Μουρομότο ασκείται επί δεκαετίες στις σύγχρονες πολεμικές τέχνες (σινμπούντο) και στις κλασσικές πολεμικές τέχνες (κορίου) και αυτή τη στιγμή είναι μαθητής της Μπίτσουντεν Τακεούτσι-ρίου και της Μούσο Τζίκιντεν Έισιν-ρίου. Στο παρελθόν έχει εργαστεί σαν δημοσιογράφος και σαν δάσκαλος και πλέον είναι καθηγητής τεχνών και computer graphics σε ένα πανεπιστήμιο στη Χαβάη. Παράλληλα διατηρεί το μπλογκ «The Classic Budoka» στο οποίο αναρτήθηκε αρχικά το παραπάνω κείμενο (https://classicbudoka.wordpress.com/2014/04/13/108-breaking-traditions/)
Το παραπάνω άρθρο είναι πνευματική ιδιοκτησία του Γουέιν Μουρομότο και δημοσιεύεται στα ελληνικά κατόπιν συμφωνίας με τον ίδιο. Τα αποκλειστικά δικαιώματα για την ελληνική μετάφραση ανήκουν στον Πανελλήνιο Οδηγό Πολεμικών Τεχνών με τον οποίο θα πρέπει να υπάρξει συνεννόηση για οποιαδήποτε ανατύπωσή της.
Διαβάστε σύντομα το δεύτερο μέρος του άρθρου στον ΠΟΠΤ