Μια από τις πιο ωφέλιμες επιλογές που έκανα στην επαγγελματική μου πορεία ήταν να μετατρέψω την ενασχόλησή μου με ένα αντικείμενο που με ενδιέφερε πολύ σε “ειδικότητα”· βάζω τη λέξη σε εισαγωγικά καθώς, όπως και οι περισσότεροι που γράφουν δημόσια, η ειδίκευση είναι εμπειρική και όχι προϊόν σπουδής αν και μετά από 20 γεμάτα χρόνια ρεπορτάζ, άλλοτε ζωντανό και άλλοτε μέσω τρίτων (καθώς το αντικείμενο ήταν επί πολλά χρόνια σε νηπιακό στάδιο στην Ελλάδα) μπορώ να πω ότι πλέον αισθάνομαι τόση ασφάλεια για το συγκεκριμένο αντικείμενο όση θα μου έδιναν και κάποια χρόνια επίσημων σπουδών. Από μια άποψη μάλιστα, ίσως και περισσότερη καθώς όσοι έχουν σπουδάσει, συνήθως έχουν σπουδάσει μια όψη του –η ενασχόληση μέσω των ΜΜΕ επιτρέπει σε όποιον ενδιαφέρεται να αποκτήσει μια πιο σφαιρική άποψη.
Όπως και να 'χει, η εμπλοκή με το Ίντερνετ (αυτό ήταν –και ως κάποιο βαθμό παραμένει- το αντικείμενο) και σε επαγγελματικό επίπεδο μου επέτρεψε να έχω μια δικαιολογία για να είμαι ονλάιν πολλές ώρες κάθε μέρα για δύο δεκαετίες. Και, φυσικά, να αξιοποιώ αυτές τις ώρες και για να παρακολουθώ θέματα που με ενδιέφεραν και “προσωπικά”· για μια ακόμα φορά θα χρησιμοποιήσω εισαγωγικά καθώς με κάποια θέματα όπως οι πολεμικές τέχνες, στις οποίες προφανώς επικεντρώνεται το κείμενο αυτό, μπλέχτηκα, προϊόντος του χρόνου και σε επαγγελματικό επίπεδο. Και ευτυχώς, όχι με τον τρόπο της διδασκαλίας, γεγονός που μου επέτρεπε να κρατάω πάντα μια απόσταση από τις γνωστές μικρό-αντιπαλότητες που μαστίζουν τον χώρο. (Επιπλέον, το βασικό μου αντικείμενο που ήταν οι μεταφράσεις βιβλίων, είναι γενικά αποδεκτό ακόμα και από ανθρώπους που δεν ασκούνται στις τέχνες στις οποίες επικεντρώνονταν τα βιβλία: ακόμα ο πολιτισμός μας θεωρεί το βιβλίο σαν κάτι σημαντικό!)
Η εμπλοκή με τις πολεμικές τέχνες στο Ίντερνετ υπήρξε –και εν πολλοίς παραμένει- μια ενασχόληση που περισσότερο με έχει ωφελήσει παρά με έχει βλάψει –και έχω την εντύπωση ότι δεν είμαι ο μόνος. Πρόσβαση σε πηγές πάσης φύσεως που πριν την έλευση του Δικτύου ήταν απροσπέλαστες, εργαλεία μετάφρασης για άγνωστες γλώσσες, κοινότητες στις οποίες συμμετέχουν δάσκαλοι και μελετητές εγνωσμένης αξίας πρόθυμοι να μοιραστούν τις απόψεις τους με τον καθένα, δυνατότητα αγοράς βιβλίων, βίντεο και εξοπλισμού... Είναι πολύ λίγα τα πράγματα στα οποία το Ίντερνετ δεν μπορεί να κάνει την εμπλοκή με τις πολεμικές τέχνες πιο πλούσια, πιο ολοκληρωμένη, πιο βαθιά –με μια λέξη, πιο ικανοποιητική. Και είμαι σίγουρος ότι αυτό δεν είναι κάτι που αφορά μόνο τις πολεμικές τέχνες.
Ταυτόχρονα βεβαίως δεν αφορά μόνο τις πολεμικές τέχνες και η άλλη πλευρά, εν προκειμένω η παρουσία των “πολεμιστών του πληκτρολογίου”· αν και η λέξη “πολεμιστές” εδώ σχετίζεται πιο άμεσα με το αντικείμενο, μπορεί να τη βρει κανείς ακόμα και στο λεξικό της Οξφόρδης αναφερόμενη γενικά στους ανθρώπους που επιδίδονται στη συγκεκριμένη συμπεριφορά. Βεβαίως πρόκειται για διάφορους ανθρώπους που αναλώνουν το χρόνο τους σε (συνήθως) εμπρηστικά σχόλια για το ένα ή το άλλο θέμα και που (συνήθως) ελάχιστη πρακτική σχέση έχουν με το αντικείμενο. Επειδή δε, και αντίθετα με τη φυσική, τα όμοια πράγματα έλκονται, τις περισσότερες φορές βλέπει κανείς τους χρήστες αυτούς να εμπλέκονται σε ανταλλαγές τεράστιων κειμένων “άποψης” μεταξύ τους. Και εδώ το “άποψης” μπαίνει σε εισαγωγικά γιατί πραγματικά δεν πρόκειται για αληθινές απόψεις αλλά για μεταφορά στοιχείων που έχουν βρει κάπου αλλού.
Το Ίντερνετ επιτρέπει σε οποιονδήποτε χρήστη ξέρει να το χρησιμοποιήσει έστω και υποτυπωδώς επιδέξια, να φανεί πιο έξυπνος απ' ότι πραγματικά είναι, ειδικά αν συμμετέχει σε μια συζήτηση που δεν εξελίσσεται σε πραγματικό χρόνο αλλά με ανταλλαγή π.χ. μηνυμάτων σε μια λίστα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (για τους παλιότερους), σε ένα φόρουμ ή, πια, ακόμα και στα social media. Με μερικά tab ανοιχτά στον browser του, μπορεί κανείς να υποδυθεί τον ειδικό γύρω από σχεδόν οποιοδήποτε θέμα· ταυτόχρονα, η γεωγραφική απόσταση σε συνδυασμό με την ανωνυμία (σύνηθες φαινόμενο στους πολεμιστές του πληκτρολογίου) εγγυάται ότι κανείς δεν μπορεί να ξέρει αν αυτός με τον οποίον μιλάει έχει όντως ασκηθεί επί χρόνια στην Χ ή την Ψ πολεμική τέχνη.
Το θέμα είναι ότι κάποιοι μπορούν. Αν κανείς έχει όντως ασκηθεί σε μια πολεμική τέχνη, είναι σχετικά εύκολο να αντιληφθεί αν ο συνομιλητής του έχει όντως σχέση με αυτήν και, αναλόγως του δικού του επιπέδου μπορεί ακόμα και να αντιληφθεί τον βαθμό ενασχόλησης του συνομιλητή. Ακόμα και αν πρόκειται για πολύ δημοφιλείς πολεμικές τέχνες/μαχητικά αθλήματα, για τα οποία υπάρχει τεράστιος όγκος πληροφορίας ονλάιν, υπάρχει μια ειδική απόχρωση που έχουν συνήθως τα λεγόμενα των ανθρώπων που πραγματικά έχουν ασχοληθεί και μια άλλη αυτών που απλώς διαβάζουν κείμενα σε σάιτ και τα μεταφέρουν δεξιά και αριστερά. Επιπλέον, ειδικά αν πρόκειται για μικρές χώρες όπως η Ελλάδα, ο κόσμος των πολεμικών τεχνών είναι αρκετά μικρός ώστε να είναι πολύ εύκολο να καταλάβει κανείς αν ο άνθρωπος που έχει απέναντί του είναι μέλος της κοινότητας ή όχι. Και, καθόλου απροσδόκητα, ειδικά αν πρόκειται για ανθρώπους που εκφράζονται με πολλή ένταση, συνήθως δεν είναι.
Η αιτιολογία πίσω από το φαινόμενο είναι, όπως συχνά συμβαίνει με τις συμπεριφορές των ανθρώπων, αρκετά σύνθετη και σίγουρα εκτός της ειδικότητάς μου. Συνεπώς παραμένω στο θλιβερό μέρος του: βλέποντας το πάθος με το οποίο πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους αναλύουν π.χ. τις τεχνικές διαφορές μεταξύ των ρίψεων του τζούντο και αυτών του αϊκίντο ή τις ιστορικές διαφορές μεταξύ Μούσο Σίντεν-ρίου και Μούσο Τζίκιντεν Έισιν-ρίου, δεν μπορώ παρά να σκεφτώ ότι αν διοχέτευαν το ίδιο πάθος στην προπόνηση θα μπορούσαν να γίνουν πραγματικά καλοί. Αν το έκαναν, αφενός οι απόψεις τους θα ήταν πραγματικές απόψεις και όχι ανυπόστατες αερολογίες και αφετέρου θα μάθαιναν στ' αλήθεια πράγματα για τα οποία δεν έχουν την παραμικρή ιδέα, άσχετα με το πόσο καλά κρύβουν την άγνοιά τους (από όσους την κρύβουν εν πάση περιπτώσει). Οι πολεμικές τέχνες μπορούν να είναι και αντικείμενο ακαδημαϊκής μελέτης όμως οι σοβαρότεροι μελετητές τους είναι όλοι άνθρωποι που παράλληλα ασκούνται και ασκούνται πολύ και σοβαρά. Οποιαδήποτε προσέγγιση αγνοεί τη διάστασή τους αυτή είναι στη χειρότερη περίπτωση απολύτως ανούσια και στην καλύτερη άσκηση ύφους στο γράψιμο –κάτι που προσωπικά και ακόμα και όντας επαγγελματίας του γραπτού λόγου, βρίσκω αφάνταστα κουραστικό.
Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης