Η σκληρή εξάσκηση δεν είναι το ίδιο με την καλή εξάσκηση

εικόνα άρθρου
Θέλουμε να αποκομίσουμε τα μέγιστα από την εξάσκησή μας: βλέπουμε αυτούς που εξασκούνται σκληρά και συνεχώς πιέζουν τον εαυτό τους και θεωρούμε προφανές ότι όσο πιο σκληρά εξασκείσαι τόσο καλύτερος γίνεσαι. Στο τζούντο σεβόμαστε αυτούς που εξασκούνται πιο σκληρά, με περισσότερη ένταση από τους άλλους –κάτι πρέπει να σημαίνει όλος αυτός ο ιδρώτας που στάζει στο στρώμα, έτσι δεν είναι;

Κάποια στιγμή που μελετούσα πιάνο, συνειδητοποίησα ότι μια από τις αδυναμίες μου εκεί ήταν ακριβώς ίδια με κάποια προβλήματα που οι περισσότεροι αντιμετωπίζουμε στο ντότζο όταν εξασκούμαστε στο μπούντο: όλα τα είδη εξάσκησης δεν είναι ισοδύναμα. Μερικά είδη έχουν πολύ καλύτερα αποτελέσματα σε σχέση με τον χρόνο και την προσπάθεια που επενδύθηκε από ό,τι κάποια άλλα και οι κακές συνήθειες και τεχνικές οδηγούν σε χάσιμο χρόνου. Επιπλέον, μπορούν να μας οδηγήσουν στο να εμπεδώσουμε στοιχεία που θα μας κάνουν στην πραγματικότητα χειρότερους σ’ αυτό που μελετάμε από ό,τι ήμασταν πριν αρχίσουμε να το μελετάμε.

Μελετούσα κάποιες etudes/σπουδές (η λέξη στα γαλλικά σημαίνει «κάτα») δηλαδή βασικές ασκήσεις για τα δάχτυλα στο πιάνο –πρόκειται για βαρετές ασκήσεις τις οποίες όλοι κάνουν βιαστικά προκειμένου να φτάσουν στο καλό πράμα, την πραγματική μουσική, το πραγματικό μπούντο. Οι ετίντ είναι κάτι ανάλογο με τη εξάσκηση στα κιχόν ουάζα στο μπούντο, είναι δηλαδή οι βασικές κινήσεις που πρέπει να μελετήσεις πέρα από την ικανότητα να τις κάνεις σωστά και πέρα από την ικανότητα να τις κάνεις χωρίς να τις σκέφτεσαι: πρέπει να φτάσεις σε ένα σημείο που να μην μπορείς να τις κάνεις λάθος.

Το δύσκολο είναι να τις μελετάς σωστά από την αρχή ώστε να μη διαμορφώσεις κακές συνήθειες που θα σου επιβραδύνουν την πορεία σου αργότερα. Το πρώτο, και το πιο συνηθισμένο λάθος με τις ετίντ και με τα κιχόν ουάζα είναι να τα αντιμετωπίσει κανείς σαν ανόητες και βαρετές ασκήσεις. Οι ασκήσεις αυτές διδάσκουν το σώμα και τον νου σου τις πιο αναγκαίες βάσεις για όλα τα άλλα πράγματα που κάνεις και αν τις κάνεις βιαστικά ή αν προσπαθήσεις να αποφύγεις να τις σκέφτεσαι όταν τις κάνεις (και την ώρα που τις κάνεις σκέφτεσαι ότι πρέπει να βάλεις πλυντήριο ή τη δουλειά σου ή τους φίλους σου) πιθανότατα θα τις κάνεις λάθος και έτσι θα εμπεδώσεις τα λάθη ως το μεδούλι σου.

Προκειμένου να κάνει κανείς τις βασικές ασκήσεις σωστά όταν είναι αρχάριος, πρέπει να σκέφτεται πώς τις κάνει –όταν πάψει να είναι αρχάριος πιθανότατα δε θα χρειαστεί να τις σκέφτεται όταν κάνει πιο προχωρημένα πράγματα όμως ακόμα και τότε, όταν κάνει τις βασικές ασκήσεις θα πρέπει να τις σκέφτεται. Αν δεν το κάνει, σιγά-σιγά θα αρχίσει να πέφτει σε λάθη και σε κακή τεχνική, χώρια που θα χάσει τα οφέλη που προσφέρει η συνειδητή εξάσκηση. Πρέπει να έχει κανείς πάντοτε επίγνωση αυτού που κάνει: όταν εξασκείται στις βασικές τεχνικές, πρέπει να αναζητά πράγματα που μπορεί να βελτιώσει. Αν είναι τυχερός, στις 100 επαναλήψεις θα υπάρξουν 10 που θα είναι πραγματικά καλές ή μόνο 10 που θα είναι πραγματικά κακές –οι υπόλοιπες θα είναι κάπου ενδιάμεσα και ο στόχος είναι να έχει πάντα συνείδηση κάθε επανάληψης και να προσπαθεί να κάνει τις κακές, μέτριες και τις μέτριες καλές. Όπως όλα τα πράγματα στο μπούντο, πρόκειται για μια διαδικασία που δεν έχει τέλος καθώς όσο βελτιώνεται, τόσο πλησιάζει σε ένα ψηλότερο επίπεδο.

Μια άλλη παγίδα στην εξάσκηση είναι η βιασύνη: όποιος έχει ακούσει έναν νέο (ή, αν μιλάμε για μένα, όχι και τόσο νέο) μουσικό να παίζει βιαστικά ένα μέρος ενός κομματιού, αντιλαμβάνεται πόσο άσχημο είναι το αποτέλεσμα. Δεν πρέπει ποτέ να εξασκείται κανείς βιαστικά, ακόμα και αν δεν έχει πολύ χρόνο στη διάθεσή του –η βιαστική εξάσκηση είναι χειρότερη από την πλήρη απουσία εξάσκησης. Αν δεν εξασκηθείς, δε βελτιώνεσαι αλλά και δεν αποκτάς κακές συνήθειες, ενώ αν κάνεις κάτι βιαστικά, το κάνεις στη λάθος ταχύτητα και αυτό σημαίνει λάθος εξάσκηση –αν υπάρχει όντως περιορισμός χρόνου, καλό είναι να κάνεις σωστά αυτό που προλαβαίνεις. Η βιασύνη δεν οδηγεί μόνο σε κακή φόρμα: μαζί της θυσιάζει κανείς το ρυθμό και την αίσθηση της σωστής τεχνικής και τη συνείδηση αυτού που κάνει. Και όταν συμβαίνουν αυτά, η εξάσκησή του πηγαίνει προς τα πίσω καθώς ενισχύει την άσχημη φόρμα, το κακό τάιμιν και την ελλιπή σκέψη.

Ένα από τα πιο δημοφιλή κομμάτια της εξάσκησης στο τζούντο είναι και η μεγαλύτερη αδυναμία της: το ραντόρι, αυτό που στο τζούντο ισοδυναμεί με το ελεύθερο παίξιμο (ή «sparring») είναι τόσο διασκεδαστικό που συχνά οι μαθητές προτιμούν να κάνουν αυτό αντί να καθίσουν και να δουλέψουν τις βασικές τους τεχνικές. Το πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούν να πάνε στραβά με το ραντόρι: το πρώτο είναι η ίδια η διασκέδαση και είναι κάτι στο οποίο είμαστε επιρρεπείς όλοι. Είναι πολύ εύκολο να ξοδέψει κανείς όλο του το χρόνο κάνοντας κάτι που τον διασκεδάζει, ό,τι κι αν είναι αυτό, και να παραβλέψει αυτά που δεν του κινούν την προσοχή και που δεν τον ικανοποιούν –πρόκειται για ένα πρόβλημα κοινό σε όλες τις τέχνες, ακόμα και στα κορίου μπούντο όπου υπάρχει πολύ λίγη ελεύθερη εξάσκηση. Εκεί υπάρχουν ορισμένα κάτα που είναι πιο ενδιαφέροντα και κάποια άλλα που προσωπικά με ενοχλούν αφάνταστα καθώς δεν μπορώ ποτέ να τα κάνω όπως πρέπει.

Μια ειδική μορφή που παίρνει αυτή η παγίδα είναι να εξασκούμαστε σ’ αυτά στα οποία είμαστε καλοί: μας αρέσει να κάνουμε αυτά που ξέρουμε καλά και όχι αυτά που δεν καταφέρνουμε ακόμα –προσωπικά μου αρέσει να κάνω χαράι-γκόσι και τάι- οτόσι στο τζούντο επειδή τα κάνω καλύτερα από οτιδήποτε άλλο όμως αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που δεν πρέπει να περιορίζω την εξάσκησή μου σ’ αυτά. Το γεγονός ότι μπορώ να τα κάνω καλύτερα από οτιδήποτε άλλο θα πρέπει να μου θυμίζει πόσο περισσότερο πρέπει να δουλέψω όλα τα υπόλοιπα –θα πρέπει στην προπόνησή μας να αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο σ’ αυτά που δεν είμαστε καλοί: εκεί είναι που θα βελτιωθούμε περισσότερο.

Το δεύτερο πρόβλημα με το ραντόρι και άλλα είδη εξάσκησης αυτού του τύπου είναι η τάση των περισσότερων να το κάνουν όλο και πιο γρήγορα. Το ραντόρι είναι μια μορφή εξάσκησης, όχι αγώνας για να δούμε ποιος είναι ο καλύτερος και ο περισσότερος κόσμος το ξεχνάει αυτό 10 δευτερόλεπτα αφότου αρχίσει να το κάνει. Μόλις σταματήσει κανείς να σκέφτεται το ραντόρι ή κάθε άλλο είδος ελεύθερης εξάσκησης σαν εξάσκηση και αρχίσει να το βλέπει σαν αγώνα, η προπονητική και εκπαιδευτική του αξία πέφτει κατακόρυφα. Κατ’ αρχάς παύει να δουλεύει τις πιο αδύνατες τεχνικές του και συγκεντρώνεται σ’ αυτές που ξέρει καλά και στη συνέχεια αρχίζει να παίζει αμυντικά γιατί δε θέλει να χάσει –στο τζούντο αυτό σημαίνει διάφορες κακές στάσεις και κακή χρήση της μυϊκής δύναμης προκειμένου να εμποδιστεί μια πτώση. Αυτό στο οποίο θα πρέπει να δουλεύει κανείς είναι στη διατήρηση της καλής στάσης και κίνησης που θα του επιτρέψει να εκτελέσει καλές και αποτελεσματικές τεχνικές.

Το τρίτο πρόβλημα που βλέπω με το ραντόρι είναι ότι πολλοί άνθρωποι δεν το αρχίζουν έχοντας ένα πλάνο σχετικά με το πώς να το χρησιμοποιήσουν για να βελτιωθούν. Καλό είναι όταν αρχίζει κανείς να κάνει αυτού του τύπου την εξάσκηση, να έχει στο νου του τι θέλει να δουλέψει και να βελτιώσει και όχι αν θα κερδίσει ή θα χάσει –είναι απλώς εξάσκηση οπότε «νίκη» είναι το να γίνεις καλύτερος, όχι να κοπανήσεις τον άλλον και αν το μόνο που κάνεις είναι να ανησυχείς για τη νίκη σου, ήδη έχεις χάσει την ευκαιρία να βελτιωθείς και, ακόμα χειρότερα, έχεις πολλές πιθανότητες να τσιμπήσεις και διάφορες κακές συνήθειες στην προσπάθειά σου να νικήσεις. Τι μπορεί να κάνει κανείς; Μπορεί για παράδειγμα, να πιάσει κανείς μια τεχνική που θέλει να δουλέψει και να προσπαθήσει να βρει που η τεχνική αυτή ταιριάζει στην κίνηση ή να δουλέψει απλώς στο πώς κινείται και στο πώς αισθάνεται τον συνασκούμενό του –η απόκτηση ικανοτήτων όπως αυτή της αντίληψης πώς κινούνται και αντιδρούν οι άνθρωποι είναι αυτή που κάνει το μπούντο καθενός πολύ καλύτερο και που βελτιώνει τις βασικές του γνώσεις.

Το καλύτερο είναι να διαλέξει κανείς μια ταχύτητα και έναν βαθμό έντασης που να ταιριάζει με τα σημεία που θέλει να μελετήσει –η αργή ταχύτητα είναι εξαιρετική για ορισμένα πράγματα ενώ η μεγαλύτερη ταχύτητα και το πιο απαλό άγγιγμα είναι καλύτερα για άλλα (π.χ. για τα σαρώματα ποδιών). Θα πρέπει κανείς να σκεφτεί τι θέλει να αποκομίσει από το ραντόρι ή την ελεύθερη εξάσκηση γενικότερα και πώς πρέπει να εξασκηθεί για να το πετύχει. Η βιαστική εξάσκηση καταλήγει να αχρηστεύσει όλη μας τη μελέτη.

Προσπαθώντας να «νικήσει» κανείς στην εξάσκηση, το καλύτερο που μπορεί να ελπίσει είναι να τα καταφέρει χωρίς να αποκτήσει κακές συνήθειες –τίποτα περισσότερο. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί είναι να αποκτήσει και να εμπεδώσει κακές συνήθειες από την προσπάθεια να νικήσει και να μη χάσει και παράλληλα να διαμορφώσει μια αντιπαραγωγική αντίληψη περί νίκης και ήττας.

Το να προσπαθήσει κανείς να εξασκηθεί καταβάλλοντας ένταση μικρότερη του 100% είναι δύσκολο επειδή έχουμε συνδέσει μέσα μας τη σκληρή εξάσκηση με την αποτελεσματική. Και αυτό επειδή όντως ισχύει όταν πρόκειται για εξάσκηση που στοχεύει στην βελτίωση της φυσικής κατάστασης και της δύναμης –αυτά πράγματι βελτιώνονται μόνο όταν πάμε πέρα από τα όριά μας: όσο πιο πολύ ιδρώνουμε, τόσο πιο σκληρά δουλεύουμε, τόσο πιο δυνατοί γινόμαστε και τόσο πιο πολύ αυξάνεται η αντοχή μας.

Όταν ωστόσο δουλεύουμε στην τεχνική μας, η σκληρή εξάσκηση υπονομεύει την καλή εξάσκηση και μπορεί να γίνει κακή εξάσκηση: όπως ανακαλύπτω ξανά και ξανά, βάζοντας περισσότερη μυϊκή δύναμη δεν βελτιώνω την τεχνική μου –αντίθετα (και αυτό μου φαίνεται κάπως περίεργο), αυξάνοντας τις τεχνικές μου ικανότητες αυξάνεται και η αποτελεσματικότητα των μυών μου. Αυτό είναι κάτι που έχει πραγματικά ενδιαφέρον: για να κάνει κανείς τη σωματική του δύναμη όσο πιο χρήσιμη και αποτελεσματική γίνεται, πρέπει να εξασκηθεί στο να μην τη χρησιμοποιεί –όταν η τεχνική γίνει ομαλή και ρέουσα, μπορεί να προσθέσει λίγη ταχύτητα και δύναμη στις κατάλληλες χρονικές στιγμές ώστε να κάνει τα χαρακτηριστικά αυτά χρήσιμα. Η δύναμη και η ταχύτητα δεν είναι πάντα ωφέλιμα στοιχεία: αν τα χρησιμοποιήσει κανείς σε λάθος στιγμή, είναι σπατάλη ενέργειας και μπορούν να καταστρέψουν την αποτελεσματικότητα μιας τεχνικής. Προσωπικά έχω άφθονη εμπειρία στον τομέα της καταστροφής μιας πολύ καλής τεχνικής και ένας από τους καλύτερους τρόπους για να πετύχει κανείς κάτι τέτοιο είναι με το να βάλει δύναμη ή ταχύτητα σε λάθος σημείο.

Υπάρχει και ένα άλλο σημείο στο οποίο ο πειρασμός να εξασκηθούμε πολύ σκληρά γίνεται πολύ ισχυρός: όταν μελετάμε «αληθινές» τεχνικές, όπως είναι οι τεχνικές αυτοάμυνας –η επιθυμία να κάνουμε την τεχνική όσο πιο σκληρά και γρήγορα μπορούμε επειδή πρόκειται για τεχνική αυτοάμυνας και θέλουμε να είμαστε σίγουροι ότι θα έχει αποτέλεσμα είναι πολύ έντονη, πιο έντονη και από την επιθυμία που αισθάνομαι να φάω τα μπισκότα της γυναίκας μου μόλις έχουν βγει από το φούρνο (και εκείνη από την κουζίνα). Το πρόβλημα εδώ είναι το ίδιο με αυτό του ραντόρι: αρχίζουμε να βασιζόμαστε περισσότερο σε κακές τεχνικές και σε υπερβολικά μεγάλη δύναμη προκειμένου να τα καταφέρουμε. Και αυτό δεν είναι πρόβλημα μέχρι που ερχόμαστε αντιμέτωποι με κάποιον που έχει καλή τεχνική ή είναι απλώς πιο δυνατός ή πιο γρήγορος.

Μια πολύ καλύτερη μέθοδος είναι να εξασκείται κανείς σε μια τεχνική με πολύ μικρή ένταση: όσο θα αισθάνεται πιο άνετα μ’ αυτή, μπορεί να ζητάει από τον συνασκούμενό του να αυξάνει ελαφρά την ένταση και κάθε φορά που θα καταφέρνει να την κάνει ήρεμα και ομαλά με την καινούρια ένταση, να του ζητάει να την αυξήσει ακόμα περισσότερο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, φτάνεις να μπορείς να κάνεις την τεχνική ήρεμα και χαλαρά ακόμα και αν ο συνασκούμενός του επιτίθεται με τη μέγιστη δυνατή ένταση –και η τεχνική του βελτιώνεται και μαθαίνει να διατηρεί την ηρεμία του ακόμα και κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες. Προσπαθώντας κανείς να ανταποκριθεί από την αρχή στη μεγάλη ένταση θα χρειαστεί πολύ περισσότερο χρόνο μέχρι να κατακτήσει την τεχνική –και μπορεί και να μην τα καταφέρει ποτέ. (Πιο πιθανό είναι να αποκτήσει κακές συνήθειες προσπαθώντας να αναπληρώσει την ικανότητα που δεν έχει με αποτέλεσμα να θέσει μεγαλύτερα εμπόδια στην εξέλιξή του).

Εξασκηθείτε αργά και χτίστε την εξάσκησή σας βήμα-βήμα –ο πειρασμός να κάνετε τα πράγματα πιο σκληρά, πιο έντονα και πιο γρήγορα από όσο αντέχει η τεχνική σας θα υπάρχει πάντα όμως μην ενδίδετε. Εξασκηθείτε σωστά ώστε να μπορέσετε να μάθετε πραγματικά και σε βάθος τόσο τις τεχνικές όσο και την τέχνη σας.


Υ.Γ.
Το σάιτ αυτό έχει ένα πολύ καλό άρθρο σχετικά με την εξάσκηση, ιδωμένη από την πλευρά της μουσικής:
http://www.musicforbrass.com/articles/art-of-practicing.html

Πίτερ Μπόιλαν

Μετάφραση-Φωτογραφία: Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης

Ο Πίτερ Μπόιλαν ασχολείται με τις ιαπωνικές πολεμικές τέχνες από το 1986 και είναι κάτοχος 5ου νταν ιάιντο, 4ου νταν τζόντο και 3ου νταν Κόντοκαν Τζούντο ενώ παράλληλα μελετάει Σίντο Μούσο Ρίου Τζο και Σίντο Χατακάγκε Ρίου Χέιχο. Έχει ζήσει 7 χρόνια στην Ιαπωνία την οποία και συνεχίζει να επισκέπτεται τακτικά για την εξάσκησή του και από το 1998 λειτουργεί παράλληλα με την κανονική του δουλειά ως στέλεχος ιαπωνικών επιχειρήσεων στις ΗΠΑ, το ηλεκτρονικό κατάστημα ειδών πολεμικών τεχνών Mugendo Budogu (https://www.budogu.com/). Τέλος, διατηρεί το μπλογκ «The Budo Bum» στο οποίο αναρτήθηκε αρχικά το παραπάνω κείμενο (http://budobum.blogspot.gr/2014/07/training-hard-and-training-well-are-not.html)

×
Πανελλήνιος οδηγός πολεμικών τεχνών

Κουπόνι Δωρεάν Μαθημάτων

Κερδίσατε 2 δωρεάν μαθήματα γνωριμίας στις συνεργαζόμενες σχολές του Πανελλήνιου Οδηγού Πολεμικών Τεχνών!

Κατεβάστε το κουπόνι