Η Πρωτοχρονιά είναι μεγάλη υπόθεση στην Ιαπωνία –είναι μεγάλη υπόθεση σε πολλά μέρη του κόσμου (και στην Ελλάδα) όμως στην Ιαπωνία είναι πολύ μεγάλη: η νύχτα της παραμονής της είναι η μόνη νύχτα του χρόνου που τα τρένα δε σταματούν να λειτουργούν ώστε να εξυπηρετήσουν τις χιλιάδες κόσμου που θέλουν να πάνε στο «χατσουμόντε» την πρώτη επίσκεψη σε ναό για τη νέα χρονιά και οι πρώτες μέρες του χρόνου είναι οι μόνες συνεχόμενες αργίες που οι μανιακοί με τη δουλειά τους Ιάπωνες δεν καταστρατηγούν ποτέ. Παρότι τα καταστήματα δεν κλείνουν ούτε τις Κυριακές ούτε τις εθνικές γιορτές, την πρώτη εβδομάδα του χρόνου ακόμα και οι πιο κεντρικές περιοχές του Τόκιο μοιάζουν νεκρές –όλοι είναι στα σπίτια τους ή σε σπίτια συγγενών και φίλων για να συσσωρεύσουν όσο το δυνατόν περισσότερες καλές αναμνήσεις για να αρχίσουν τον επόμενο ετήσιο κύκλο τους.
Τα τελευταία πράγματα του χρόνου που φεύγει και τα πρώτα πράγματα του χρόνου που έρχεται –από την τελευταία μέρα στη δουλειά μέχρι το πρώτο γεύμα με την οικογένεια- θεωρούνται πολύ σημαντικά γιατί θυμίζουν σε όλους ότι προχώρησαν λίγο παραπάνω, ότι έγιναν μεγαλύτεροι ή καλύτεροι ή ότι πλησίασαν λίγο πιο κοντά στους στόχους τους -όπως όλοι οι άνθρωποι, οι
Ιάπωνες συναρτούν τους στόχους τους με το χρόνο. Και παρότι υποτίθεται ότι οι πολεμικές τέχνες είναι άχρονες, η περίοδος αυτή είναι σημαντική και για τα ντότζο: η τελευταία προπόνηση της χρονιάς και η ακόλουθη έξοδος για ποτό με τον δάσκαλο και τους συνασκούμενους που λέγεται «μπόνεν-κάι» («μάζωξη για το ξέχασμα της χρονιάς») και αντίστοιχα η πρώτη προπόνηση του νέου χρόνου, ίσως η τελετή που λέγεται «καγάμι-μπιράκι» και που συνοδεύεται από ποτό και φαγητό και η αντίστοιχη έξοδος μετά που λέγεται «σίνεν-κάι» («μάζωξη για τη νέα χρονιά») είναι όλα πράγματα που θεωρούνται μέρος της ζωής του ντότζο και τηρούνται, συνήθως ευλαβικά.
Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι όλα αυτά είναι ιαπωνικά έθιμα (φαντάζομαι ότι κάποια αντίστοιχα θα υπάρχουν και στις άλλες κουλτούρες που έχουν γεννήσει πολεμικές τέχνες) οπότε ποιος ο λόγος να μας αφορούν αν δε ζούμε στην Ιαπωνία; Και από μια άποψη θα έχει δίκιο καθώς κάθε χώρα έχει τη δική της κουλτούρα και τη δική της αντίληψη για το πέρασμα του χρόνου. Όμως από μια άλλη άποψη θα κάνει λάθος: αφενός όταν μελετά κανείς το προϊόν ενός άλλου πολιτισμού είναι καλό να το μελετά όσο πιο πλήρως μπορεί (και αυτό σημαίνει να αποδέχεται –έστω σε κάποιο βαθμό- και άλλα στοιχεία από το αντίστοιχο πολιτισμικό περιβάλλον) και αφετέρου, όσο και αν δεν είναι παρά μια σύμβαση, ο χρόνος περνάει για όλους μας –όπως έγραψα και στην αρχή, όλοι οι πολιτισμοί έχουν κάποια τελετή για τον μηδενισμό και την επαν-εκκίνηση του ημερολογίου.
Όπως και στην Ανατολή, έτσι και στη Δύση, η έναρξη του χρόνου δίνει σε όλους την (ψευδ)αίσθηση ότι μπορούν να αλλάξουν τη ζωή τους: στα σχεδόν 30 χρόνια που μπαινοβγαίνω στα ντότζο, έχω δει ότι ο περισσότερος κόσμος ξεκινάει την ενασχόλησή του είτε τον Ιανουάριο, είτε τον Σεπτέμβριο –στις αρχές, δηλαδή, του ημερολογιακού και του ακαδημαϊκού έτους. Και έχει μια λογική: η εμπλοκή με ένα νέο αντικείμενο, και ειδικά ένα τόσο ιδιαίτερο όπως είναι οι πολεμικές τέχνες, σχεδόν απαιτεί ένα νοητικό γύρισμα σελίδας και το κλίμα στις αρχές του έτους προδιαθέτει για την κατάσταση αυτή. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που γιορτάζουμε την Πρωτοχρονιά: ακόμα και όσοι ασκούμαστε για χρόνια, έχουμε την ανάγκη να αισθανθούμε την επιπλέον ώθηση της καινούριας χρονιάς και τη διαγραφή των κακών στιγμών της προηγούμενης –ότι και τα δύο είναι φαντασιακές καταστάσεις, ελάχιστο ρόλο παίζει.
Στο παλιό μου ντότζο του ιάιντο, υπάρχει μια παράδοση: η πρώτη προπόνηση του χρόνου γίνεται νωρίς το πρωί της Πρωτοχρονιάς, σχεδόν με την ανατολή του ήλιου –παρότι η νύχτα της παραμονής είναι γιορτή για τους περισσότερους η προσέλευση είναι συγκινητικά μεγάλη και με ένα επίπεδο σοβαρότητας που δε θα περίμενε κανείς από ανθρώπους που στη συντριπτική τους πλειονότητα έρχονταν από ξενύχτι με χαρτιά ή ποτό. Οι άνθρωποι αυτοί αφήνουν τους αγαπημένους τους το πρωί μιας τόσο ειδικής μέρας για να πάνε και να περάσουν δύο ώρες, σχεδόν πάντα μέσα στο κρύο, μαζί με τους συνασκούμενούς τους και τον δάσκαλό τους επειδή αισθάνονται ότι οι δεσμοί που έχουν με το ντότζο είναι εξίσου σημαντικοί με τους οικογενειακούς και επειδή αισθάνονται την ανάγκη να ανανεώσουν τους δεσμούς αυτούς –για την ιστορία, δεν ξέρω κανένα ιαπωνικό ντότζο που να τηρεί το συγκεκριμένο έθιμο αυτό, γεγονός που κάνει το πράγμα ακόμα πιο αξιοθαύμαστο.
Έγραψα πρωτύτερα ότι οι πολεμικές τέχνες είναι άχρονες: υπάρχει αρχή αλλά δεν υπάρχει πραγματικό τέλος, ούτε ακριβώς συγκεκριμένο όριο για το πότε κανείς θα περάσει από το ένα επίπεδο στο άλλο ή από τον έναν βαθμό στον επόμενο –στο μέτρο που η ενασχόλησή μας με τις τέχνες αυτές είναι η βελτίωσή μας, εντός της τέχνης αλλά και πέρα από αυτή, σε επίπεδο προσωπικότητας και χαρακτήρα, χρονικό όριο δε γίνεται να υπάρξει. Και ίσως τελικά η επιβεβαίωση μέσω ενός κοινού δρώμενου ότι ένας χρόνος πέρασε και ότι ένας ακόμα αρχίζει, να λειτουργεί σαν υπενθύμιση ακριβώς του γεγονότος ότι παρότι το ημερολόγιο άλλαξε, η δική μας πορεία στην τέχνη παραμένει ίδια και απαράλλαχτη: η χρονιά τελειώνει με μια προπόνηση και αρχίζει με μια προπόνηση γιατί, τελικά, το μόνο πράγμα που υπάρχει είναι η προπόνηση –όσοι αναζητούν πιο βαθυστόχαστες ερμηνείες μάλλον θα πρέπει να τις αναζητήσουν αλλού.
Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης