Δεν υφίσταται Τάι Τσι Τσουάν χωρίς τις μαχητικές τεχνικές του
Θα ήθελα μετά τα… εκδοτικά να συζητήσουμε για το Tάι Tσι Tσουάν, μια τέχνη στη διδασκαλία και τη μετάδοση της οποίας έχετε αφοσιωθεί. Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια σχετικά; Με το Τάι Τσι έχω μια σχέση η οποία ξεκινάει από τότε που ήμουν 20 χρονών –μιλάμε δηλαδή για 27 χρόνια περίπου. Από τότε που ξεκίνησα αλλά και σε κάθε διαφορετική περίοδο της πορείας μου, πάντα προσπαθούσα να μάθω όσο καλύτερα μπορούσα αλλά και μου επέτρεπαν οι συνθήκες, τόσο αυτές της Ελλάδας όσο και της ζωής μου (οι οικογενειακές μου υποχρεώσεις, η εργασία μου, οι εκδόσεις κ.λπ.). Ωστόσο, παρ’ όλο που θα μπορούσα να πω ότι μέσα στο ανωτέρω συγκεκριμένο πλαίσιο είχα προχωρήσει σε ικανοποιητικό επίπεδο από πλευράς γνώσεων και ικανοτήτων, ταυτόχρονα αισθανόμουν ότι σε σχέση με το απίστευτο βάθος και εύρος που έχει αυτή η τέχνη ήμουν ακόμη πολύ μικρός. Έτσι, πριν ακόμα κλείσω το περιοδικό είχα αποφασίσει να ασχοληθώ περισσότερο με το Τάι Τσι και λιγότερο με τον ψυχοφθόρο κυκεώνα που ανέφερα πρωτύτερα, στη συζήτηση περί των εκδοτικών. Άρχισα λοιπόν να κάνω τις αντίστοιχες έρευνες που θα με βοηθούσαν σε αυτήν μου τη νέα πορεία, αφού το πρώτο, απαραίτητο και αναντικατάστατο βήμα θα ήταν να βρω έναν Δάσκαλο ο οποίος όχι μόνο να είναι βαθύς γνώστης αλλά και να θέλει να μοιραστεί τη γνώση του μαζί μου.
Εξ όσων γνωρίζω όμως, διατηρούσατε και παλαιότερα μία σχολή την οποία και είχατε κλείσει το 2000 αν θυμάμαι καλά, σχεδόν αμέσως μόλις ανοίξατε το περιοδικό. Πώς άλλαξαν έτσι οι προθέσεις σας; Ναι, πράγματι, έτσι όπως τα λέτε είναι και όχι μόνο. Εκείνη την εποχή, απογοητευμένος από διάφορα πρόσωπα και καταστάσεις στον χώρο του Τάι Τσι, αποχώρησα οργανωτικά από το σύστημα που έκανα μέχρι τότε, έκλεισα τη σχολή μου και αποτραβήχτηκα για δυο-τρία χρόνια από τα τεκταινόμενα στον χώρο, χωρίς ωστόσο να σταματήσω την προσωπική μου προπόνηση. Όμως η αγάπη μου για την τέχνη παρέμενε, το ίδιο και οι απαιτήσεις παλαιών και νέων μαθητών, οι οποίοι συνέχιζαν να μου «χτυπάνε την πόρτα». Κάποια στιγμή, αφού είχα πλέον ξεκινήσει και πάλι να διδάσκω και να μαζεύονται πολλοί μαθητές γύρω μου, αισθάνθηκα ότι βρίσκομαι σε ένα αδιέξοδο. Όντας ο ίδιος πλέον χωρίς σημείο αναφοράς αλλά και Δάσκαλο ο οποίος να με προχωράει στο Τάι Τσι, κατάλαβα ότι έτσι δεν θα μπορούσα να πάω πουθενά ο ίδιος αλλά ούτε και να οδηγήσω σωστά τους μαθητές μου. Μπορεί για τα ελληνικά δεδομένα να ήμουν καλός αλλά το Τάι Τσι είναι απέραντο! Έτσι, λοιπόν, λόγω της ανάγκης μου να εξελιχθώ προσωπικά αλλά και της ευθύνης που ένοιωθα για την εξέλιξη των μαθητών μου, έπρεπε να επιλέξω ποιον δρόμο θα πρέπει να ακολουθήσω αλλά και με ποιον Δάσκαλο για οδηγό. Θα πρέπει εδώ παρενθετικά να μνημονεύσω δύο πολύ καλούς δασκάλους Τάι Τσι αλλά πάνω απ’ όλα ανθρώπους, δηλαδή τον Κώστα Βρέντζο από το Ηράκλειο και τον Άλαν Πίτφιλντ από την Ιρλανδία, οι οποίοι εκείνη την εποχή της απογοήτευσης και της αναζήτησης με στήριξαν πάρα πολύ με τις γνώσεις τους αλλά και με τη φιλία τους! Όμως, παρότι δεν θα ξεχάσω ποτέ την προσφορά και τη συμπαράστασή τους, η ανάγκη μου πάνω στο Τάι Τσι ήταν για κάτι διαφορετικό.
Στην Οικογένεια Γου πώς φτάσατε;Αφού ερεύνησα ενδελεχώς τον χώρο του Τάι Τσι σε διεθνές επίπεδο αλλά και έκανα διάφορες επαφές με σημαντικούς δασκάλους, ανακάλυψα τον τωρινό μου Δάσκαλο, Γου Κονγκ Γιου, ο οποίος είναι ο ίδιος ο επικεφαλής της φημισμένης στους κύκλους του Τάι Τσι Οικογένειας Γου. Από την πρώτη στιγμή που επικοινώνησα μαζί του και αφού του είπα την προϊστορία μου, με δέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες αλλά μόνο αφού με έλεγξε και είδε ποιος είμαι στην πράξη με ενέταξε στους κόλπους της Οικογένειας, ως επίσημο εκπρόσωπο του στυλ και της Οικογένειάς του στην Ελλάδα. Αρχικά ξεκινήσαμε με μια σειρά επαφών και σεμιναρίων με τη δασκάλα-εκπρόσωπό του, Σιου Χουέι Τσουάνγκ, η οποία ήρθε στην Ελλάδα κάποιες φορές ώστε να μας δώσει τις βάσεις του συστήματος –και λέω «μας» γιατί αντίθετα από την πλειοψηφία των δασκάλων πολεμικών τεχνών, από την αρχή έβαλα και τους μαθητές μου στο παιχνίδι, δεν τους άφησα να συνεχίσουν να εξασκούνται στα παλιά ενώ εγώ έψαχνα για κάτι καινούργιο. Προσωπικά, αυτήν την τακτική, να περιμένεις δηλαδή να γίνεις πρώτα εσύ καλός σε κάτι και μετά να παρουσιαστείς στους μαθητές σου σαν «ο μεγάλος δάσκαλος», τη θεωρώ ανέντιμη. Γι’ αυτό, όλοι μου οι τότε μαθητές ήταν παρόντες από το πρώτο κιόλας σεμινάριο και ξεκινήσαμε όλοι μαζί την πολύ σκληρή δουλειά που είχαμε να κάνουμε -να μάθουμε δηλαδή τα καινούργια αλλά και, πράγμα πολύ πιο δύσκολο, να αφήσουμε πίσω μας όλα τα παλιά. Απλώς υποτίθεται ότι εγώ είχα ένα πλεονέκτημα λόγω πολυετούς ενασχόλησης, η οποία ωστόσο δεν με «έσωσε»!.
Αρκετά γενναία και σπάνια αυτή η συμπεριφορά από μέρους σας! Τι εννοείται όμως με το «Δεν με έσωσε»;Η δασκάλα-απεσταλμένη του Δασκάλου Γου με διόρθωνε πολύ συχνά –πάντα ενώπιον των μαθητών μου- και για να μπορέσω να αφομοιώσω τις διορθώσεις της χρειάστηκα πολλή δουλειά η οποία πάντα γινόταν μαζί με τους μαθητές μου. Πρέπει να λάβετε υπ’ όψιν σας ότι ασκούμουν στο προηγούμενο στυλ για πάρα πολλά χρόνια και είναι πολύ πιο δύσκολο να αλλάξεις συνήθειες, παρά εξ αρχής να αποκτήσεις τις σωστές. Όταν δε πήγα στο Λονδίνο για να με δει ο Δάσκαλος Γου, επίσης δεν πήγα μόνος αλλά πήγαμε όλοι μαζί και το ίδιο έγινε και τη δεύτερη φορά, ενάμιση χρόνο μετά, όταν ο Δάσκαλος με εξέτασε για να δει πόσο καλά είχα μάθει αυτά που μας δίδαξε την πρώτη. Μετά από όλα αυτά, από πράγματα δηλαδή που κάποιοι άλλοι δάσκαλοι θα τα θεωρούσαν «εξευτελιστικά», ειδικά επειδή γίνονταν πάντα παρουσία των μαθητών μου, ο δάσκαλος Γου μου έδωσε την εκπροσώπηση του συστήματός του για την Ελλάδα, κάτι για το οποίο αισθάνομαι ιδιαίτερα υπερήφανος, ακριβώς επειδή τα πράγματα έγιναν έτσι όπως έγιναν.
Από μία μικρή έρευνα που έκανα στο διαδίκτυο, διαπίστωσα ότι είναι εξαιρετικά σπάνιο να πάρει κάποιος την εκπροσώπηση της Οικογενείας Γου σε μία χώρα. Τι ήταν αυτό που έκανε τον Δάσκαλο να σας ξεχωρίσει;Έχετε δίκιο, ακριβώς έτσι είναι! Ο Δάσκαλος Γου, ένας κορυφαίος δάσκαλος αναγνωρισμένος παγκοσμίως και αρχηγός της Οικογένειας Γου δέχεται πολύ δύσκολα μαθητές και ακόμη πιο δύσκολα χρίζει δασκάλους ως εκπροσώπους του –φανταστείτε ότι σε όλη την Ευρώπη μαθητές του υπάρχουν μόνο στο Λονδίνο, το Παρίσι και την Αθήνα, ενώ του έχουν χτυπήσει και συνεχίζουν να του χτυπάνε την πόρτα άνθρωποι από όλον τον κόσμο. Όταν λοιπόν κάποια στιγμή τον ρώτησα για ποιον λόγο δέχτηκε εμένα, ενώ δεν δέχεται σχεδόν κανέναν άλλον, μου απάντησε «Επειδή ήσουν ο μόνος που ήρθες σε αναζήτηση γνώσης και όχι διπλωμάτων αλλά και με την ταπεινότητα και γενναιότητα να το κάνεις αυτό μαζί με τους μαθητές σου».
Καταπληκτικό! Αυτό λοιπόν σας οδήγησε σε ακόμη πιο βαθιά ενασχόληση με το Τάι Τσι …Ναι –γιατί πια είχα βρει αυτό που πραγματικά ήθελα να κάνω μέσα στο Τάι Τσι , με ένα δάσκαλο που με κάλυπτε πλήρως και σε ένα περιβάλλον που θα μπορούσα να αναπτυχθώ και εγώ και οι μαθητές μου με τον καλύτερο τρόπο. Στ’ αλήθεια πιστεύω ότι το Τάι Τσι είναι μια τέχνη «μαγική», μια τέχνη που μπορεί να κάνει πολύ καλό στους ανθρώπους, να τους μεταμορφώσει –στην υγεία τους, στον εσωτερικό τους κόσμο, στα πάντα. Επειδή λοιπόν πια μπορώ να πω ότι έχει αποδειχθεί πως δεν κινούμαι με βάση τα χρήματα (γέλια) αλλά το τι είναι καλό (βλ. πρώτο μέρος της συνέντευξης), μπορώ να πω ότι αυτό που κάνω τώρα είναι και η μεγαλύτερή μου προσφορά προς την κοινωνία, προς τους ανθρώπους.
Εξ όσων γνωρίζω, ο τρόπος που εξασκείστε και διδάσκετε περιλαμβάνει εξίσου και την πιο διάσημη, θεραπευτική πλευρά του Τάι Τσι αλλά και τη μαχητική, κάτι εξαιρετικά σπάνιο. Μπορείτε να μας μιλήσετε γι’ αυτό το θέμα; Δυστυχώς, το Τάι Τσι έχει δύο μεγάλα προβλήματα, τα οποία (τι ειρωνεία!) πηγάζουν από τα μεγάλα του πλεονεκτήματα: επειδή ακριβώς έχει τα θαυμαστά αποτελέσματα στην υγεία για τα οποία φημίζεται σε όλον τον πλανήτη αλλά και επειδή η εφαρμογή του στη συμπλοκή σώμα με σώμα είναι πολύ εκλεπτυσμένη και, άρα, είναι πάρα πολύ δύσκολο και μακροχρόνιο να μαθευτεί σε βάθος, ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι προσέρχονταν σε αυτό για το θεραπευτικό του μέρος και όλο και λιγότεροι για το πολεμικό. Έτσι, γύρω στις δεκαετίες ’60 και ’70 η πολεμική του πλευρά σχεδόν εξαφανίστηκε, ιδιαιτέρως στη Δύση, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν πολλές γενιές ανθρώπων (μαθητών και, αργότερα, δασκάλων) οι οποίοι ήρθαν στο Τάι Τσι μη γνωρίζοντας καν ότι πρόκειται περί πολεμικής τέχνης. Αυτό με τη σειρά του προκάλεσε μεγάλο πρόβλημα και στους δασκάλους που γνωρίζουν την πολεμική πλευρά του: οι μαθητές τους δεν το ζητούν, αφού έρχονται στη σχολή γυρεύοντας «διαλογισμό σε κίνηση» και όχι μία πολεμική τέχνη!
Πρακτικά τι σημαίνει αυτό;Πάντα θεωρούσα ότι Τάι Τσι χωρίς τις μαχητικές τεχνικές του δεν υφίσταται –αν ασκείσαι δηλαδή στο Τάι Τσι χωρίς τις μαχητικές τεχνικές του κάνεις κάτι που μοιάζει με Τάι Τσι αλλά δεν είναι Τάι Τσι, τουλάχιστον όχι βαθύ και ολοκληρωμένο. Αυτό μπορεί κάποιος να το διαπιστώσει ακόμη και στον τρόπο με τον οποίο εκτελείται η φόρμα: αν δεν γνωρίζεις ότι αυτό που κάνεις είναι μια ρίψη ή ένα κλείδωμα, δεν σε ενδιαφέρει αλλά ούτε και ξέρεις πώς να το εκτελέσεις λεπτομερώς, με ακρίβεια και συνειδητά. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι κινήσεις εκτελούνται στο περίπου και από δάσκαλο σε μαθητή γίνονται όλο και πιο απονευρωμένες, άχρωμες και άγευστες. Αν όμως γνωρίζεις ότι η κίνηση που κάνεις μέσα στη φόρμα έχει συγκεκριμένο σκοπό και αποτέλεσμα, τότε γίνεται και αυτή, μαζί με ό,τι την περιβάλλει (ταχύτητα, ύψος, δύναμη κ.λπ.), απολύτως συγκεκριμένη. Αυτό είναι κάτι που με ενδιέφερε από την αρχή και με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσα πάντα να εξασκώ και να διδάσκω πάντοτε το Τάι Τσι∙ η φήμη μου εξ άλλου είναι ότι δεν διδάσκω «διαλογισμό σε κίνηση» αλλά πολεμική τέχνη με γροθιές, λακτίσματα, ρίψεις, πτώσεις, κυβιστήσεις, χτυπήματα σε στόχους κ.λπ. (γέλια) Συνεπώς, οι άνθρωποι που έρχονται σε εμένα, συνήθως τα περιμένουν όλα αυτά, ενώ όσοι δεν επιθυμούν κάτι τέτοιο με αποφεύγουν (γέλια). Και φυσικά δεν είναι μόνο δική μου προσέγγιση αυτή –είναι και του Δασκάλου Γου, ο οποίος αγαπάει πολύ αυτή την πλευρά του Τάι Τσι και έχει ειδικευτεί πολύ στις τεχνικές του. Εννοείται ωστόσο, ότι στη σχολή μου υπάρχουν και τμήματα τα οποία κάνουν μόνο φόρμα και τσι κουνγκ, χωρίς να εμπλέκονται οι μαθητές με όλα τα παραπάνω, οπότε δεν πρέπει να νομίσει κάποιος ότι είναι απαγορευτικό το να μας επισκεφτεί και να ασκηθεί μαζί μας αν δεν τον ενδιαφέρει η μαχητική πλευρά του Τάι Τσι.
Τι πιστεύετε ότι έχει μεγαλύτερη σημασία για τον ασκούμενο;Από πλευράς τεχνικής, τη μεγαλύτερη σημασία την έχει η φόρμα –αυτή είναι που δίνει βάθος στον άνθρωπο του Τάι Τσι , όμως μιλάμε για μια φόρμα σωστά και συνειδητά εκτελεσμένη. Ωστόσο, για μένα έχει πολύ μεγάλη σημασία το να ασκείται κανείς σε όλα τα διαφορετικά επίπεδα της τέχνης (Φόρμα, Τσι Κουνγκ, Σπρώξιμο των Χεριών, Μαχητικές Εφαρμογές και Όπλα), αν φυσικά θέλει να γίνει αληθινά καλός. Αυτό είναι αναντικατάστατο, αφού πολλά πράγματα που κάνεις στον έναν τομέα φωτίζουν σκοτεινά σημεία των υπολοίπων και όλα μαζί συνδυαζόμενα συνιστούν ένα πανίσχυρο σύνολο.
Έχω ακούσει ότι είναι πολύ σημαντικό το να είσαι παρών κατά τη διάρκεια της φόρμας. Τι σημαίνει αυτό; Πράγματι αυτό είναι πολύ σημαντικό αλλά ακόμα πιο σημαντικό είναι το «πού» θα είσαι παρών. Και το λέω αυτό επειδή έχω ακούσει ανθρώπους να διδάσκουν τη φόρμα σαν να πρόκειται για κάτι μυστηριώδες και μεταφυσικό και καλούν τους μαθητές να συγκεντρώνονται σε ένα σωρό απίθανα πράγματα∙ οι άνθρωποι αυτοί εστιάζουν μεν την προσοχή τους αλλά την εστιάζουν σε μεταφυσικά πράγματα που τις περισσότερες φορές δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Εμείς διδάσκουμε ότι πρέπει να είσαι παρών στη σωστή λειτουργία της φόρμας, αυτή δηλαδή που πηγάζει από τον συνδυασμό της ανατομικά ορθής στάσης και κίνησης του σώματος αλλά και τις μαχητικές τεχνικές της. Ωστόσο, στη σημείο αυτό χρειάζεται προσοχή: δεν λέω ότι πρέπει να φαντασιώνεσαι αντιπάλους γύρω σου όταν εκτελείς τη φόρμα αλλά να γνωρίζεις τι μπορεί να κάνει κάθε κίνηση που εκτελείς και ποιοι είναι οι εσωτερικοί μηχανισμοί της, όσον αφορά την ανατομία του ανθρωπίνου σώματος.
Τι εννοείτε;Ο περισσότερος κόσμος έχει ακούσει ότι στο Τάι Τσι δεν χρησιμοποιούμε τη μυϊκή δύναμη. Αυτό είναι εν μέρει αλήθεια, όμως επ’ ουδενί δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει καθόλου μυϊκή δύναμη! Για παράδειγμα, πηγή δύναμης είναι η σωστή ευθυγράμμιση των αρθρώσεων, πράγμα που σημαίνει ότι όταν εκτελεί κανείς τη φόρμα καλό είναι να εστιάζει την προσοχή του στη σωστή θέση του σώματος και των αρθρώσεών του. Αυτό που στο Τάι Τσι λέμε «δύναμη του ενοποιημένου σώματος» προέρχεται από ένα σώμα το οποίο είναι καλά στημένο και που οι αρθρώσεις του είναι σωστά τοποθετημένες η μία πάνω ή πίσω από την άλλη. Μια γροθιά, για παράδειγμα, πρέπει να ξεκινάει από τη φτέρνα, να περνάει μέσα από όλο το σώμα και να καταλήγει στο χέρι –αν δεν συμβαίνει αυτό η γροθιά έχει τη δύναμη μόνο του χεριού και όχι αυτήν του «ενοποιημένου σώματος».
Αντίστοιχα, μεγάλη σημασία έχει η ικανότητα ανοίγματος και κλεισίματος των αρθρώσεων ή της διάτασης και συστολής των τενόντων –και αυτά είναι επίσης σημεία στα οποία πρέπει να δίνει κανείς πολλή προσοχή όταν εκτελεί τη φόρμα. Με άλλα λόγια πρέπει να είμαι παρών σε αυτά που πραγματικά συμβαίνουν στο σώμα μου και όχι σε διάφορα αφηρημένα πράγματα που πολλοί νομίζουν όταν αναφέρονται σε «ενέργεια» κ.λπ. Για να μη θεωρηθώ δε «αιρετικός», βεβαίως και το Τάι Τσι είναι μια εσωτερική πολεμική τέχνη και βεβαίως υπάρχουν συγκεντρώσεις ενέργειες που αξιοποιούνται –όμως αυτά έρχονται πολύ, πολύ πιο μετά, καθώς πρώτα πρέπει να γνωρίσεις το σώμα σου και μετά την ενέργεια. Σχολές που με το καλημέρα σου λένε «έλα να διαλογιστείς και να γνωρίσεις την ενέργεια», στην καλύτερη περίπτωση απλώς προσπαθούν να υπερπηδήσουν σκαλοπάτια και αυτό δεν γίνεται! Στη χειρότερη πρόκειται απλώς για απατεώνες!
Επιστρέφοντας σε κάτι στο οποίο αναφερθήκαμε πρωτύτερα, αισθάνεστε ότι έχετε ολοκληρώσει την κοινωνική πλευρά του έργου σας;Μα αυτό είναι κάτι που δεν ολοκληρώνεται ποτέ! Ειδικά για έναν άνθρωπο που έχει βαθιά την αίσθηση της κοινωνικής ευθύνης, όπως εγώ…
κ. Τσετσέλη σας ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη αυτή.Και εγώ σας ευχαριστώ και σας εύχομαι καλή συνέχεια με τον Πανελλήνιο Οδηγό Πολεμικών Τεχνών.
Διαβάστε το πρώτο μέρος της συνέντευξης με τον Διονύση Τσετσέλη