Το σαββατοκύριακο που πέρασε συμμετείχα σε ένα υπέροχο σεμινάριο. Δεν είμαι πάντοτε φαν των σεμιναρίων όμως αυτό ήταν πραγματικά εξαιρετικό: είχε δύο δασκάλους υψηλού επιπέδου οπότε η μόνη απαίτηση που υπήρχε από εμένα ήταν να είμαι ένας πρόθυμος μαθητής, έτοιμος να μάθει. Τον συγκεκριμένο ρόλο δεν τον παίζω και τόσο συχνά όσο θα ήθελα καθώς έχω κάνει μπούντο αρκετά ώστε πλέον συνήθως είμαι ένας από τους παλιότερους στο ντότζο με αποτέλεσμα να περνάω περισσότερο χρόνο διδάσκοντας μαθητές παρά όντας μαθητής ο ίδιος.
Μην παρεξηγηθώ: μου αρέσει να διδάσκω. Απλώς μου αρέσει περισσότερο να μαθαίνω. Όμως όσο περισσότερο κάνω μπούντο, οι ευκαιρίες που έχω να είμαι απολύτως μαθητής γίνονται όλο και πιο σπάνιες και αυτό το ετήσιο σεμινάριο στο Γκελφ στο οποίο φέτος επικεφαλής ήταν δύο δάσκαλοι των 8 νταν από την Ιαπωνία είναι μια από τις καλύτερες τέτοιες ευκαιρίες για μένα.
Οι μαθητές ήταν χωρισμένοι σε δύο ομάδες αναλόγως του βαθμού τους και όσοι έχουμε υψηλούς βαθμούς (για τα δεδομένα της Βόρειας Αμερικής, όχι για τα δεδομένα της Ιαπωνίας) κάναμε μαζί. Κανείς μας δε χρειαζόταν να κάνει τίποτα πέρα από το να προσπαθεί να κατανοήσει το επίπεδο στο οποίο προσπαθούσε να μας ανεβάσει ο Μοριμότο σίχαν. Οι άνθρωποι με τους οποίους έκανα προπόνηση ήταν άνθρωποι με παραπλήσιες ικανότητες μ' εμένα και μοιράστηκα μαζί τους τη χαρά να προσπαθώ να διακρίνω τις λεπτομέρειες στην τεχνική του Μοριμότο σίχαν. Αν και όλοι μας είμαστε αρκετά έμπειροι στο τζόντο της Ομοσπονδίας Κέντο αυτά που μας ζητούσε να κάνουμε ήταν πράγματα που ούτε τα είχαμε φανταστεί. Μικρές κινήσεις με το τζο που έκαναν το ξίφος να πετάγεται από τα χέρια μας στο μάκι-οτόσι ή μικρές τροποποιήσεις του σημείου κρούσης στο χίκι-οτόσι-ούτσι.
Μου αρέσει πολύ να προσπαθώ να καταλάβω τι κάνει ένας δάσκαλος, να εστιάζω δηλαδή στο πρόβλημα και να δοκιμάζω λύσεις χωρίς να ανησυχώ για τίποτα άλλο –μ' άλλα λόγια, να μπαίνω στην προπόνηση και απλώς να είμαι ανοιχτός σ' αυτά που έχει να μου προσφέρει ο δάσκαλος. Υπάρχει στα ιαπωνικά ένας όρος που περιγράφει την ιδανική κατάσταση του νου κάποιου που μαθαίνει: είναι η λέξη “σοσίνσα” (初心者) η οποία περιγράφει με εξαιρετικό τρόπο αυτό που συχνά μεταφράζουμε ως “νους του αρχάριου”. Τα ιδεογράμματα για τον “νου” και το “άτομο”, τα “κόκορο” (心) και “μόνο” (者) είναι σχετικά απλά. Το “σο” (初) είναι κάπως πιο ασυνήθιστο: είναι το πρώτο ιδεόγραμμα στο “σόνταν” (初段) το οποίο συνήθως αποδίδεται εσφαλμένα σαν “μαύρη ζώνη πρώτου βαθμού”· στην πραγματικότητα το “σο” σημαίνει πιο πολύ “αρχή” όπως θα θέλαμε “αρχικό σκαλοπάτι”. Στο “σοσίνσα” η αίσθηση είναι ακόμα πιο αδιόρατη: δε σημαίνει απλώς αρχάριος όμως παραπέμπει πολύ στο νόημα που έχει το ιδεόγραμμα “初” όταν είναι μόνο του, σαν αυτόνομη λέξη. Τότε διαβάζεται “ούμπου” και σημαίνει “άτεχνος, αθώος, αφελής ή ανεπιτήδευτος” (Σ.τ.Μ. Το τελευταίο με αρνητικό έννοια)
Θα ήθελα να μπορούσα πάντοτε να βάζω στην άκρη τις προϊδεάσεις μου, αυτά που έχω ήδη μάθει και το εγώ μου ώστε να μπορώ να σταθώ μπροστά από κάθε δάσκαλο σαν ένας άτεχνος, αθώος, αφελής και ανεπιτήδευτος μαθητής, έτοιμος να ρουφήξω τη διδασκαλία του χωρίς να τη φιλτράρω πρώτα μέσα από τις προκαταλήψεις μου. Πολύ συχνά, τις προκαταλήψεις αυτές σχετικά με το τι είναι μια τέχνη και πώς πρέπει να ασκείται κανείς σ' αυτή τις τραβάω μαζί μου θεωρώντας ότι η εμπειρία μου σημαίνει ότι ξέρω κάτι που έχει αξία και αυτό το κάτι, το εγώ μου θέλει να το εντάξει στα πάντα. Το εγώ μου θέλει να κάνει τα πάντα να φαίνονται σύνθετα και επιτηδευμένα.
Τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα όταν εγκαταλείπω το εγώ μου και γίνομαι ξανά αρχάριος. Ο Μοριμότο σίχαν είναι τόσο καλύτερος από εμένα που το εγώ μου έριξε μια ματιά και είπε “Δεν έχω να προσφέρω τίποτα εδώ –φώναξέ με ξανά όταν έχεις απέναντί σου κάποιον που είναι στο δικό μας επίπεδο”. Με το εγώ μου να την έχει κοπανήσει, μπορούσα να χαλαρώσω και να κάνω ό,τι λάθη μπορούσα χωρίς να ντρέπομαι καθόλου: κάποια στιγμή έχασα εντελώς το πέρασμα σε ένα κάτα και δε με ενόχλησε ούτε μια στιγμή –το μόνο που σκέφτηκα ήταν “Ουάου! Κοίτα πόσο καλά το έκανε. Χρειάζομαι πολλή προπόνηση για να μπορέσω να τον προλάβω”. Καμία από τις συνηθισμένες δικαιολογίες και εκλογικεύσεις δε μου ήρθε στο μυαλό: ήταν απολύτως σαφές και σ' εμένα και στο εγώ μου ότι ήμουν εντελώς έξω από την κλάση μας και ότι η προπόνηση με τον Μοριμότο σίχαν απαιτούσε πολύ περισσότερη εξάσκηση από τη μεριά μου.
Όταν έκανα τζούντο στο πανεπιστήμιο, το σλόγκαν του κλαμπ μας ήταν “Μάτα χέτα ντέσου” (まだ下手です) ή, όπως μας άρεσε να το μεταφράζουμε “ακόμα αδέξιοι”. Στο σεμινάριο αυτό μπορούσα να πω ότι είμαι “μάτα χέτα ντέσου” χωρίς καμία συστολή και χωρίς ψευτό-ταπεινοφροσύνη. Ήταν ένα υπέροχο και απελευθερωτικό συναίσθημα: μπορούσα να δω πόσα λίγα ήξερα και πόσο μακριά έπρεπε να πάω πριν αρχίσω να πιστεύω ότι ξέρω τίποτα από αυτή την τέχνη που ισχυρίζομαι ότι μελετάω.
Καθώς προχωράμε στο μονοπάτι του μπούντο, αρπάζουμε από εδώ κι από εκεί ιδέες, γνώσεις και συνήθειες. Το μπούντο είναι ένα ταξίδι σε ένα μονοπάτι που πάει μακρύτερα από εκεί που μπορούμε να φτάσουμε στη διάρκεια μιας ζωής και υπάρχουν αμέτρητες ανακαλύψεις που μπορούμε να κάνουμε –το ειρωνικό είναι ότι όσο περισσότερα “μαθαίνουμε” και όσο περισσότερα “ξέρουμε”, τόσο πιο αργή γίνεται η πρόοδός μας. Όσο περισσότερες “γνώσεις” και “ικανότητες” συσσωρεύουμε, τόσο πιο βαρύ γίνεται το φορτίο της μάθησής μας· όσο πιο πολύ μας βαραίνουν αυτά που ήδη ξέρουμε, τόσο πιο δύσκολο γίνεται να κινηθούμε προς τα εμπρός και τόσο πιο εύκολο γίνεται να μας ικανοποιήσει το σημείο της διαδρομής στο οποίο βρισκόμαστε.
Το τραγικό είναι ότι αν μπορέσουμε να αφήσουμε πίσω αυτά που ήδη ξέρουμε, μπορούμε να προχωρήσουμε πολύ γρήγορα μπροστά στο μονοπάτι του μπούντο. Το να αφήσουμε πίσω αυτά που ξέρουμε ήδη απαιτεί να πάψουμε να σφίγγουμε με πείσμα τα μαργαριτάρια της γνώσης, της ικανότητες και της κατανόησης που έχουμε κερδίσει με κόπο: έχοντας φτάσει σε ένα επίπεδο στο τζόντο, με δυσκόλεψε πολύ να καταλάβω ότι οι ικανότητες, οι τεχνικές και η αντίληψη που με έφεραν ως εκεί δεν ήταν αρκετά για να πάνε στο επόμενο επίπεδο. Το σύστημα βαθμολόγησης στην Ιαπωνία δε βασίζεται σε βαθμίδες μαύρης ζώνης (μολονότι ακόμα και οι Ιάπωνες θα σε ρωτήσουν αν έχεις “κούρο-όμπι” δηλαδή “μαύρη ζώνη”) αλλά στην ιδέα των βαθμίδων, των σκαλοπατιών, μια ιδέα που μοιάζει να προέρχεται από τα δέκα σκαλοπάτια του μονοπατιού των Μποντισάτβα στον Βουδισμό. Και το πρώτο σκαλοπάτι, είναι το σκαλοπάτι από το οποίο ξεκινάς, το σόνταν (初段).
Το τελευταίο στάδιο, το δέκατο σκαλοπάτι είναι η τελειοποίηση στο μονοπάτι. Το να είσαι δέκατο νταν σημαίνει τελειότητα και επειδή κανείς δεν μπορεί να είναι τέλειος, οι μεγάλες οργανώσεις μπούντο στην Ιαπωνία σπάνια (και σε μερικές περιπτώσεις ποτέ) δεν απονέμουν τον βαθμό του δέκατου νταν. Κανείς δεν είναι τέλειος και αν δεν μπορούμε να εγκαταλείψουμε τις γνώσεις και τις ικανότητες που έχουμε κερδίσει, δεν υπάρχει τρόπος να πάμε πέρα από το τρέχον επίπεδό μας. Είναι σχεδόν βέβαιο πως ό,τι χρειάστηκε για να φτάσω στο τωρινό μου επίπεδο θα λειτουργήσει σαν νεκρό βάρος που θα με κρατήσει πίσω στην προσπάθειά μου να περάσω στο επόμενο επίπεδο μέχρι να το εγκαταλείψω –μέχρι να εγκαταλείψω αυτά που “ξέρω”.
Ο Βουδισμός υποστηρίζει ότι οι προσκολλήσεις μας είναι η αιτία των δεινών μας· το μπούντο μου έχει μάθει ότι οι προσκολλήσεις μας είναι επίσης η αιτία της ανικανότητάς μας να βελτιωθούμε και να προοδεύσουμε. Κάθε φορά που προσκολλώμαι σε μια τεχνική, σε έναν τρόπο να κάνω κάτι ή σε έναν τρόπο να σχηματοποιήσω μια αρχή, σταματάω να προοδεύω και μόνο όταν κοιτάζω κάτι και σκέφτομαι “Ποιος θα ήταν ένας καλύτερος τρόπος να το κάνω αυτό;” μπορώ να κινηθώ ξανά προς τα εμπρός. Ότι αυτό που κάνω λειτουργεί καλύτερα από την τεχνική των μαθητών μου δε σημαίνει ότι δε υπάρχει και κάποιος ακόμα καλύτερος τρόπος.
Αυτό είναι κάτι που δύσκολα το χωνεύει κανείς: το εγώ μου μοιάζει να πιστεύει ότι η τεχνική μου είναι ήδη υπέροχη και όταν αρχίζω να το ακούω συνειδητοποιώ ότι είναι δύσκολο να ακούσω τις πιο λογικές και πιο έμπειρες φωνές που θα μπορούσαν να με διδάξουν κάτι. Συνειδητοποιώ ότι είναι δύσκολο να ακούσω τους δασκάλους μου να μου λένε τι πρέπει να κάνω για να βελτιωθώ όταν είμαι πολύ απασχολημένος με το να ακούω το εγώ μου να μου λέει πόσο καταπληκτικός είμαι.
Μια καλύτερη οπτική γωνία από την εμμονή σ' αυτά που “ξέρουμε” είναι αυτά τα τ-σερτ από το παλιό μου κλαμπ τζούντο στο Πανεπιστήμιο του Δυτικού Μίσιγκαν που έλεγαν “まだへたです” (μάτα χέτα ντέσου), ακόμα αδέξιος. Όσο καλός και αν νομίζεις ότι είσαι, υπάρχει πάντοτε κάτι παραπάνω να μάθεις και αυτό είναι κάτι που προσπαθώ να το θυμάμαι και να αγνοώ το εγώ μου ώστε να μπορώ να επιστρέφω στην υπέροχη εκείνη κατάσταση στην οποία είμαι ένα άγραφο χαρτί πάνω στο οποίο οι δάσκαλοί μου μπορούν να μοιραστούν ό,τι θέλουν.
Έχω ανακαλύψει ότι όταν έχω στον νου μου ότι είμαι “ακόμα αδέξιος” και απλώς μαθαίνω από τους δασκάλους χωρίς να αφήνω το εγώ μου να μιλάει, η προπόνηση είναι μια εμπειρία γεμάτη χαρά και ανακαλύψεις. Το να είμαι μόνο μαθητής, ανοιχτός στα πάντα και κάνοντας ανακαλύψεις με κάθε μου βήμα είναι από τις καλύτερες εμπειρίες που μπορώ να σκεφτώ –ευχαριστώ πολύ τον Μοριμότο σίχαν και τον Τσουμπάκι σίχαν για το υπέροχο σαββατοκύριακο που μου χάρισαν, ένα σαββατοκύριακο γεμάτο μαθήματα και ανακαλύψεις.
Πίτερ ΜπόιλανΟ Πίτερ Μπόιλαν ασχολείται με τις ιαπωνικές πολεμικές τέχνες από το 1986 και είναι κάτοχος 5ου νταν ιάιντο, 4ου νταν τζόντο και 3ου νταν Κόντοκαν Τζούντο ενώ παράλληλα μελετάει Σίντο Μούσο Ρίου Τζο και Σίντο Χατακάγκε Ρίου Χέιχο. Έχει ζήσει 7 χρόνια στην Ιαπωνία την οποία και συνεχίζει να επισκέπτεται τακτικά για την εξάσκησή του και από το 1998 λειτουργεί παράλληλα με την κανονική του δουλειά ως στέλεχος ιαπωνικών επιχειρήσεων στις ΗΠΑ, το ηλεκτρονικό κατάστημα ειδών πολεμικών τεχνών Mugendo Budogu (
https://www.budogu.com/). Τέλος, διατηρεί το μπλογκ «The Budo Bum» στο οποίο αναρτήθηκε αρχικά το παραπάνω κείμενο (
http://budobum.blogspot.jp/2016/06/the-joy-of-being-student.html)