Ομολογώ ότι πριν από πολλά (πολλά!) χρόνια μου ήταν σχεδόν αδιανόητο ότι κάποια στιγμή θα έφτανα στη θέση που βρίσκομαι ώστε να έχω προβληματισμούς όπως αυτοί που θα διαβάσετε· εξίσου αδιανόητο μου φαινόταν βεβαίως ότι θα ήμουν σε απόσταση αναπνοής από τα 50 μου χρόνια όμως εδώ είμαστε άρα καλό είναι να αφήσω τον εαυτό μου προ μισού αιώνα (πάνω-κάτω) στην ησυχία του. (Ούτως ή άλλως, βουδιστικά μιλώντας, δεν υπήρξε ποτέ οπότε δεν υπάρχει ούτε και τώρα συνεπώς δεν έχει να συνεισφέρει τίποτα στη συζήτηση!)
Ποια είναι η θέση στην οποία βρίσκομαι; Είναι αυτή της τελικής ευθείας πριν το τέλος μιας κλασικής σχολής πολεμικών τεχνών: στη συγκεκριμένη παράδοση, ο χρόνος που απαιτείται για να φτάσει κανείς από το σημείο εκκίνησης, στον τίτλο του “σίχαν”, του εκπαιδευτή που έχει πιστοποιηθεί για να διδάξει το σύνολο της τέχνης, είναι κατά μέσο όρο 12 χρόνια. Και τη στιγμή που γράφεται το κείμενο αυτό, βρίσκομαι στα 10. Πέραν του αριθμητικού μέρους ωστόσο, υπάρχουν κι άλλα σημάδια ότι έχω μπει στην τελική ευθεία: έχω διδαχτεί όλη την ύλη της σχολής, έχω ακούσει όλα τα “κουντέν”, τις προφορικές της διδασκαλίες, όταν λείπει ο εκπαιδευτής είμαι αυτός που κάνει το μάθημα στους υπόλοιπους και όταν κάνω προπόνηση με τον εκπαιδευτή, οι παρατηρήσεις του είναι εντελώς διαφορετικού επιπέδου από αυτές που κάνει στους άλλους.
Πολύ συχνά μάλιστα, δεν υπάρχουν καν παρατηρήσεις –όχι επειδή είμαι τόσο καλός (ενίοτε είμαι αλλά απλώς “ενίοτε”) αλλά επειδή ξέρει ότι ξέρω πού έχω κάνει λάθος. Ακόμα και στα πιο προχωρημένα σετ κάτα, μπορεί να περάσουμε όλο το υλικό χωρίς κανένα σχόλιο και στο τέλος να μου πει απλώς “Τι λες;” εγώ να απαντήσω “Το σημείο Χ στο τρίτο κάτα έπρεπε να είναι λίγο πιο αργό”, εκείνος να ανταπαντήσει “Όντως” και η συζήτηση να τελειώσει εκεί. Ξέρω τι πρέπει να κάνω, ξέρω πώς να το διορθώσω οπότε δε μένει παρά να το δουλέψω (στο σπίτι ή μόνος μου στο ντότζο) και την επόμενη φορά που θα κάνουμε τα κάτα να το κάνω καλύτερα.
Επίσης, πριν από μερικές εβδομάδες έγινε για πρώτη φορά ένα άλλο περιστατικό που επιβεβαιώνει ότι βρίσκομαι στο σημείο αυτό: σε κάποιο από τα κάτα της σχολής, υπάρχει ένα σημείο που προβληματίζει όλους τους εκπαιδευτές (μεταξύ των οποίων και τον δικό μου) καθώς ο τρόπος με τον οποίο το έχουν διδαχτεί δε βγάζει νόημα –δεν πρόκειται για κάτι εξαιρετικά θεαματικό, απλώς για μια κίνηση η οποία λειτουργεί αν η επίθεση γίνει στο κεφάλι αλλά όχι αν γίνει στον κορμό. Ο εκπαιδευτής μου, προσπαθούσε (όπως κάνει μερικές φορές) να σκεφτεί μια λύση και εξέταζε το πρόβλημα με συνασκούμενο εμένα και αλλάζαμε ρόλους ώστε να δούμε πώς λειτουργεί το πράγμα με διαφορετικούς σωματότυπους· κάποια στιγμή, του πρότεινα μια λύση την οποία δεν είχε σκεφτεί, τη δοκίμασε, του άρεσε και στο εξής αυτή θα είναι η εκδοχή που θα διδάσκεται στο ντότζο.
Όλα αυτά είναι πολύ ωραία. Μέχρι ένα σημείο όμως γιατί από εκεί και πέρα δεν είναι! Κατ’ αρχάς, δεν υπάρχει καμία διαβεβαίωση ότι η τελική αυτή ευθεία θα διαρκέσει δύο χρόνια: μπορεί να διαρκέσει δύο, πέντε, 15 ή για πάντα καθώς, όπως συμβαίνει και με το πανεπιστήμιο, από τις κορίου δεν αποφοιτούν όλοι καθώς μπορεί κανείς να είναι καλός για το Χ επίπεδο αλλά όχι για το παραπάνω. Και ειδικά το επίπεδο του εκπαιδευτή, όταν δηλαδή έχει κανείς την άδεια να πάει και να ανοίξει δική του σχολή απαιτεί μια σειρά από στοιχεία τα οποία πάνε πέρα από την απλή τεχνική δεινότητα (όχι ότι η τελευταία είναι ευκαταφρόνητη!) και τα οποία θα αποδειχθεί αν τα έχει κανείς μόνο όταν φτάσει σ’ αυτό το επίπεδο.
Όμως ακόμα και αν υποτεθεί ότι έχει κανείς σε ανεπεξέργαστη μορφή τα στοιχεία αυτά, υπάρχει ένα πολύ βασικό πρόβλημα: πώς καταφέρνει να διασχίσει το τέλμα αυτής της τελικής ευθείας; Μέχρι το σημείο αυτό, η κινητήρια δύναμη είναι τα καινούρια πράγματα –καινούριες τεχνικές, καινούριες δεξιότητες, αντί-τεχνικές, επανεξέταση στοιχείων από προηγούμενα επίπεδα και επαν-αξιολόγησή τους κ.λπ.- όμως από εδώ και μετά όλα αυτά έχουν εξαφανιστεί και το μόνο που μένει είναι μια άνευ όρων και ορίων επανάληψη προκειμένου να καταφέρει κανείς να φτάσει, όχι βεβαίως στο τέλειο, αλλά τουλάχιστον σε ένα σημείο όπου τα σωστά θα είναι συντριπτικά περισσότερα από τα λάθη· ένας έντιμος και ακέραιος εκπαιδευτής θα αναγνωρίσει ότι αυτό είναι το σημείο στο οποίο ο μαθητής του μπορεί να πάρει την άδεια διδασκαλίας του.
Δεν έχω απάντηση στο πώς ξεπερνάει κανείς αυτό το κομμάτι του ταξιδιού: αν όλα πάνε καλά, σε δύο χρόνια θα μπορέσω να γράψω ένα ακόμα κείμενο στο οποίο θα έχω να προτείνω τουλάχιστον μια απάντηση –αυτή που κατάφερα να δώσω εγώ. Βεβαίως από εκεί και μετά θα πρέπει να αντιμετωπίσω το επόμενο ερώτημα, αυτό που δεν απαντιέται παρά μόνο πριν κανείς εγκαταλείψει είτε τα εγκόσμια είτε την τέχνη του, πολεμική ή άλλη: πώς προχωράει μετά; Μια άδεια διδασκαλίας σημαίνει ότι έφτασες εκεί που έφτασε ο δάσκαλός σου όμως αν σταματήσεις εκεί, στην πραγματικότητα δεν εξέλιξες την τέχνη –απλώς την κράτησες σταθερή ώστε να μην τη βρουν ελλιπή οι διάδοχοί σου. Και παρότι υπό κάποιες συνθήκες αυτό μπορεί να είναι αναγκαίο για την ιστορία μιας τέχνης (και ενδεχομένως σωτήριο), στόχος μας είναι να πάμε λίγο παραπέρα, έτσι δεν είναι;
Αυτό που μου φαίνεται κάπως αστείο –ή, για να είμαι πιο ακριβής, ειρωνικό- είναι η ιδέα ότι οι περισσότεροι εγκαταλείπουν τις πολεμικές τέχνες στην αρχή! Βλέποντας τα πράγματα εκ των υστέρων, σκέφτομαι ότι με μεγάλη ευχαρίστηση θα αντιμετώπιζα σήμερα τα προβλήματα που μου φαίνονταν βουνό πριν από 10 χρόνια (και ναι, το ξέρω ότι αν δεν είχα αντιμετωπίσει τότε αυτά τα προβλήματα δε θα βρισκόμουν στο σημείο αυτό σήμερα!) Τότε ήξερα ότι έχω κάτι στο οποίο να προσβλέπω –σήμερα δε βλέπω κάτι αντίστοιχο και είμαι σχεδόν σίγουρος ότι οι αναζητήσεις μου δεν είναι προϊόν κρίσης μέσης ηλικίας...
Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης